Psalms 16

Dávid miktámja. Tarts meg engem Istenem, mert benned bízom.
Μικταμ του Δαβιδ. Φυλαξον με, Θεε, διοτι επι σε ηλπισα.
Ezt mondom az Úrnak: Én Uram vagy te; feletted való jóm nincsen.
Συ ψυχη μου, ειπας προς τον Κυριον, συ εισαι ο Κυριος μου η αγαθοτης μου δεν εκτεινεται εις σε
A szentekben, a kik e földön vannak és a felségesekben, bennök van minden gyönyörűségem.
Αλλ εις τους αγιους τους οντας εν τη γη και εις τους εξαιρετους, εις τους οποιους ειναι ολη μου η ευχαριστησις.
Megsokasodnak fájdalmaik, a kik más *isten után* sietnek; nem áldozom meg véres italáldozatjokat és nem veszem nevöket ajkaimra.
Οι πονοι των τρεχοντων κατοπιν αλλων θεων θελουσι πολλαπλασιασθη εγω δεν θελω προσφερει τας εξ αιματος σπονδας αυτων, ουδε θελω λαβει εις τα χειλη μου τα ονοματα αυτων.
Az Úr az én osztályos részem és poharam; te támogatod az én sorsomat.
Ο Κυριος ειναι η μερις της κληρονομιας μου και του ποτηριου μου συ διαφυλαττεις τον κληρον μου.
Az én részem kies helyre esett, nyilván szép örökség jutott nékem.
Αι μεριδες μου επεσον εις τοπους τερπνους ελαβον ωραιοτατην κληρονομιαν.
Áldom az Urat, a ki tanácsot adott nékem; még éjjel is oktatnak engem az én veséim.
Θελω ευλογει τον Κυριον τον νουθετησαντα με ετι και εν καιρω νυκτος με διδασκουσιν οι νεφροι μου.
Az Úrra néztem szüntelen; mert jobb kezem felől van, meg nem rendülök.
Ενωπιον μου ειχον τον Κυριον διαπαντος διοτι ειναι εκ δεξιων μου, δια να μη σαλευθω.
Azért örül az én szívem és örvendez az én lelkem; testem is biztosságban lakozik.
Δια τουτο ευφρανθη η καρδια μου και ηγαλλιασεν η γλωσσα μου ετι δε και η σαρξ μου θελει αναπαυθη επ ελπιδι.
Mert nem hagyod lelkemet a Seolban; nem engeded, hogy a te szented rothadást lásson.
Διοτι δεν θελεις εγκαταλειψει την ψυχην μου εν τω αδη, ουδε θελεις αφησει τον Οσιον σου να ιδη διαφθοραν.
Te tanítasz engem az élet ösvényére, teljes öröm van tenálad; a te jobbodon gyönyörűségek vannak örökké.
Εφανερωσας εις εμε την οδον της ζωης χορτασμος ευφροσυνης ειναι το προσωπον σου τερπνοτητες ειναι διαπαντος εν τη δεξια σου.