Eljöve azért hozzám Hanameél, az én nagybátyámnak fia, az Úr beszéde szerint a tömlöcz pitvarához, és monda nékem: Kérlek, vedd meg az én mezőmet, a mely Anatótban, a Benjámin földén van, mert téged illet, mint örököst, és te reád néz vér szerint is, vedd meg hát magadnak. Akkor észrevevém, hogy az Úr szava ez.
Και ηλθε προς εμε Αναμεηλ, ο υιος του θειου μου, εις την αυλην της φυλακης, κατα τον λογον του Κυριου, και ειπε προς εμε, Αγορασον, παρακαλω, τον αγρον μου τον εν Αναθωθ, τον εν τη γη Βενιαμιν διοτι εις σε ανηκει το δικαιωμα της κληρονομιας και εις σε η εξαγορα αγορασον αυτον εις σεαυτον. Τοτε εγνωρισα οτι λογος Κυριου ητο ουτος.