Jeremiah 19

Ezt mondja az Úr: Menj el és végy egy cserépkorsót a fazekastól, és némelyekkel a nép vénei közül és a papok vénei közül.
Ουτω λεγει Κυριος Υπαγε και αποκτησον λαγηνον πηλινην κεραμεως, και φερε τινας εκ των πρεσβυτερων του λαου και εκ των πρεσβυτερων των ιερεων
Menj el a Ben-Hinnom völgyébe, a mely a fazekasok kapujának bejáratánál van, és kiáltsd ott azokat a szavakat, a melyeket én szólok néked;
και εξελθε εις την φαραγγα του υιου Εννομ, την πλησιον της εισοδου της ανατολικης πυλης, και διακηρυξον εκει τους λογους, τους οποιους θελω λαλησει προς σε.
És ezt mondjad: Halljátok meg az Úr szavát Júda királyai és Jeruzsálem lakosai: Ezt mondja a Seregek Ura, Izráel Istene: Ímé, én veszedelmet hozok e helyre, úgy hogy a ki csak hallja, megcsendül *bele* a füle.
Και ειπε, Ακουσατε τον λογον του Κυριου, βασιλεις Ιουδα και κατοικοι της Ιερουσαλημ. Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ Ιδου, θελω φερει επι τον τοπον τουτον κακα, τα οποια παντος ακουοντος θελουσιν ηχησει τα ωτα αυτου.
Azért, mert elhagytak engem, és idegenné tették e helyet, és idegen isteneknek áldoztak benne, a kiket sem ők nem ismertek, sem atyáik, sem Júda királyai, és eltöltötték e helyet ártatlan vérrel;
Διοτι εγκατελιπον εμε και εβεβηλωσαν τον τοπον τουτον και εθυμιασαν εν αυτω εις αλλους θεους, τους οποιους δεν εγνωρισαν, αυτοι και οι πατερες αυτων και οι βασιλεις Ιουδα, και εγεμισαν τον τοπον τουτον απο αιματος αθωων.
És magaslatokat építének a Baálnak, hogy megégessék fiaikat a tűzben, égőáldozatul a Baálnak, a mit én nem parancsoltam, sem nem rendeltem, és a mire nem is gondoltam.
Και ωκοδομησαν τους υψηλους τοπους του Βααλ, δια να καιωσι τους υιους αυτων εν πυρι, ολοκαυτωματα προς τον Βααλ το οποιον δεν προσεταξα ουδε ελαλησα ουδε ανεβη επι την καρδιαν μου.
Azért ímé eljőnek a napok, azt mondja az Úr, és e hely nem neveztetik többé Tófetnek, sem Ben-Hinnom völgyének, hanem öldöklés völgyének.
Δια τουτο, ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και ο τοπος ουτος δεν θελει καλεισθαι πλεον Τοφεθ ουδε Φαραγξ του υιου Εννομ, αλλ Η φαραγξ της σφαγης.
És eszét vesztem e helyen Júdának és Jeruzsálemnek, és fegyverrel ejtem el őket ellenségeik előtt, és az életökre törőknek kezével; holttesteiket pedig az ég madarainak és a mezei vadaknak adom eledelül.
Και θελω ματαιωσει την βουλην του Ιουδα και της Ιερουσαλημ εν τω τοπω τουτω και θελω καμει αυτους να πεσωσι δια μαχαιρας εμπροσθεν των εχθρων αυτων και δια των χειρων των ζητουντων την ζωην αυτων τα δε πτωματα αυτων θελω δωσει βρωσιν εις τα πετεινα του ουρανου και εις τα θηρια της γης.
És e várost csudává teszem és nevetséggé, a ki csak átmegy rajta, álmélkodik és szörnyűködik az ő nagy romlásán.
Και θελω καταστησει την πολιν ταυτην ερημωσιν και συριγμον πας ο διαβαινων δι αυτης θελει μενει εκθαμβος και θελει συριξει δια πασας τας πληγας αυτης.
És megétetem velök az ő fiaik húsát és leányaik húsát és megeszi kiki az ő barátjának húsát, a megszállás alatt és a veszedelem alatt, a melylyel megszorongatják őket ellenségeik és a kik keresik az ő lelköket.
και θελω καμει αυτους να φαγωσι την σαρκα των υιων αυτων και την σαρκα των θυγατερων αυτων, και θελουσι φαγει εκαστος την σαρκα του φιλου αυτου εν τη πολιορκια και στενοχωρια, με την οποιαν οι εχθροι αυτων και οι ζητουντες την ζωην αυτων θελουσι στενοχωρησει αυτους.
Azután törd el e korsót azok szeme láttára, a kik elmennek veled.
Τοτε θελεις συντριψει την λαγηνον εμπροσθεν των ανδρων των εξελθοντων μετα σου
És ezt mondd nékik: Ezt mondja a Seregek Ura: Így töröm össze e népet és e várost, a mint összetörhető e cserépedény, a mely többé meg sem építhető; és Tófetben temettetnek el, mert nem lesz *más* hely a temetkezésre.
και θελεις ειπει προς αυτους, Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων. Ουτω θελω συντριψει τον λαον τουτον και την πολιν ταυτην, καθως συντριβει τις το αγγειον του κεραμεως, το οποιον δεν δυναται να διορθωθη πλεον και θελουσι θαπτει αυτους εν Τοφεθ, εωσου να μη υπαρχη τοπος εις ταφην.
Így cselekszem e helylyel és ennek lakosaival, azt mondja az Úr, és olyanná teszem e várost, a milyen Tófet.
Ουτω θελω καμει εις τον τοπον τουτον, λεγει Κυριος, και εις τους κατοικους αυτου, και θελω καμει την πολιν ταυτην ως την Τοφεθ
És Jeruzsálem házai és Júda királyainak házai undokokká lesznek, mint a Tófet helye; mindazok a házak, a melyeknek tetején az ég egész seregének áldoztak és italáldozatot vittek az idegen isteneknek.
και οι οικοι της Ιερουσαλημ και οι οικοι των βασιλεων του Ιουδα θελουσι μιανθη, καθως ο τοπος της Τοφεθ μετα πασων των οικιων, επι των δωματων των οποιων εθυμιασαν προς απασαν την στρατιαν του ουρανου και εκαμαν σπονδας εις αλλους θεους.
Azután hazajöve Jeremiás Tófetből, a hová az Úr küldte vala őt prófétálni; megálla az Úr házának pitvarában, és szóla az egész népnek:
Τοτε ηλθεν ο Ιερεμιας εκ της Τοφεθ, οπου ο Κυριος απεστειλεν αυτον δια να προφητευση και σταθεις εν τη αυλη του οικου του Κυριου ειπε προς παντα τον λαον,
Ezt mondja a Seregek Ura, Izráel Istene: Ímé én ráhozom e városra és ennek minden városára mindama veszedelmet, a melyről szóltam ő ellene; mert megkeményítették nyakukat, hogy ne hallják az én beszédeimet.
Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ Ιδου, θελω φερει επι την πολιν ταυτην και επι πασας τας κωμας αυτης παντα τα κακα οσα ελαλησα κατ αυτης διοτι εσκληρυναν τον τραχηλον αυτων, ωστε να μη ακουσωσι τους λογους μου.