Isaiah 46

Ledől Bél, elesik Nebó, oktalan barmokra kerülnek szobraik, és miket ti hordoztatok, felrakatnak, terhéül a megfáradott *állat*nak;
Κατεκαμφθη ο Βηλ, εκυψεν ο Νεβω τα ειδωλα αυτων επετεθησαν επι ζωων και κτηνων αι αμαξαι υμων ησαν πεφορτισμεναι φορτιον κοπιαστικον.
Elesnek, összerogynak együtt, nem menthetik meg a terhet; és ők magok fogságba mennek.
Κυπτουσι, καμπτουσιν ομου δεν δυνανται να σωσωσι το φορτιον αλλα και αυτα φερονται εις αιχμαλωσιαν.
Hallgassatok rám, Jákób háza és Izráel házának minden maradéka, a kiket *magamra* raktam anyátok méhétől fogva, és hordoztalak születésetek óta;
Ακουσατε μου, οικος Ιακωβ και παν το υπολοιπον του οικου Ισραηλ, τους οποιους εσηκωσα απο κοιλιας, τους οποιους εβαστασα απο μητρας
Vénségtekig én vagyok az, és megőszüléstekig én visellek; én teremtettem és én hordozom, én viselem és megszabadítom.
και εως του γηρατος σας εγω αυτος ειμαι και εως των λευκων τριχων εγω θελω σας βαστασει εγω σας εκαμα και εγω θελω σας σηκωσει ναι, εγω θελω σας βαστασει και σωσει.
Kihez hasonlíttok engem, és kivel tesztek egyenlővé? És kivel vettek egybe, hogy hasonlók volnánk?
Με τινα θελετε με εξομοιωσει και θελετε με εξισωσει και με συγκρινει και θελομεν εισθαι ομοιοι;
Kitöltik az aranyat az erszényből, és ezüstöt mérnek a mértékkel, és ötvöst fogadnak, hogy abból istent csináljon; meghajolnak, leborulnak előtte.
Χυνουσι χρυσιον εκ του βαλαντιου και ζυγιζουσιν αργυριον δια του στατηρος και μισθονουσι χρυσοχοον και κατασκευαζει αυτο θεον επειτα προσπιπτουσι και προσκυνουσι
Vállukra veszik azt és hordozzák, majd állványára helyezik és veszteg áll, helyéről meg nem mozdul, ha kiáltasz is hozzá, nem felel, nyomorúságodból nem szabadít meg.
σηκονουσιν αυτον επ ωμου φερουσιν αυτον και θετουσιν αυτον εις τον τοπον αυτου και ισταται δεν θελει μετασαλευσει εκ του τοπου αυτου προσετι βοωσι προς αυτον αλλα δεν δυναται να αποκριθη ουδε να σωση αυτους απο της συμφορας αυτων.
Emlékezzetek meg erről, és legyetek erősek, vegyétek eszetekbe, pártütők!
Ενθυμηθητε τουτο και δειχθητε ανθρωποι ανακαλεσατε αυτο εις τον νουν σας, αποσταται.
Emlékezzetek meg a messze régi dolgokról, hogy én vagyok Isten és nincsen több; Isten vagyok, és nincs hozzám hasonlatos.
Ενθυμηθητε τα προτερα, τα απ αρχης διοτι εγω ειμαι ο Θεος και δεν υπαρχει αλλος εγω ειμαι ο Θεος και ουδεις ομοιος μου
Ki megjelentem kezdettől fogva a véget, és előre azokat, a mik még meg nem történtek, mondván: tanácsom megáll, és véghez viszem minden akaratomat;
οστις απ αρχης αναγγελλω το τελος και απο προτερον τα μη γεγονοτα, λεγων, Η βουλη μου θελει σταθη και θελω εκτελεσει απαν το θελημα μου
Ki elhívom napkeletről a sast, meszsze földről tanácsom férfiát; nem csak szóltam, ki is viszem, elvégezem, meg is cselekszem!
οστις κραζω το αρπακτικον πτηνον εξ ανατολων, τον ανδρα της βουλης μου απο γης μακραν ναι, ελαλησα και θελω καμει να γεινη εβουλευθην και θελω εκτελεσει αυτο.
Hallgassatok reám, kemény szívűek, a kik távol vagytok az igazságtól.
Ακουσατε μου, σκληροκαρδιοι, οι μακραν απο της δικαιοσυνης.
Elhoztam igazságomat, nincs messze, és az én szabadításom nem késik, Sionban lesz szabadításom, és Izráelen dicsőségem.
Επλησιασα την δικαιοσυνην μου δεν θελει εισθαι μακραν και η σωτηρια μου δεν θελει βραδυνει και θελω δωσει εν Σιων σωτηριαν εις τον Ισραηλ, την δοξαν μου.