Hosea 12

Széllel táplálkozik Efraim és fut a keleti szél után. Mindennap szaporítja a hazugságot és a sanyargatást, és frigyet szereznek az Assirussal és Égyiptomba visznek olajat.
Ο Εφραιμ βοσκεται ανεμον και κυνηγει τον ανατολικον ανεμον καθ ημεραν πληθυνει ψευδη και ολεθρον καμνουσι δε συνθηκην μετα των Ασσυριων και φερουσιν ελαιον εις την Αιγυπτον.
Pere van az Úrnak a Júdával is, és megbünteti Jákóbot az ő útai szerint. Cselekedetei szerint fizet meg néki.
Ο Κυριος εχει ετι κρισιν μετα του Ιουδα, και θελει επισκεφθη τον Ιακωβ κατα τας οδους αυτου κατα τας πραξεις αυτου θελει ανταποδωσει εις αυτον.
Anyja méhében sarkon fogta bátyját, és mikor erős volt, küzdött az Istennel.
Εν τη κοιλια επτερνισε τον αδελφον αυτου και εν τη ανδρικη ηλικια αυτου ενισχυσε προς τον Θεον.
Küzdött az angyallal és legyőzte; sírt és könyörgött néki. Béthelben találta meg őt, és ott beszélt velünk.
Ναι, ενισχυσε μετα αγγελου και υπερισχυσεν εκλαυσε και εδεηθη αυτου εν Βαιθηλ ευρηκεν αυτον, και εκει ελαλησε προς ημας
Bizony az Úr, a seregeknek Istene; az Úr az ő neve.
ναι, Κυριος ο Θεος των δυναμεων, ο Κυριος ειναι το μνημοσυνον αυτου.
Térj hát vissza a te Istenedhez; őrizd meg az irgalmasságot és az ítéletet, és bízzál szüntelen a te Istenedben.
Δια τουτο συ επιστρεψον προς τον Θεον σου φυλαττε ελεος και κρισιν και ελπιζε επι τον Θεον σου δια παντος.
Kanaánita *ő!* Hamis mértékek vannak kezében; szeret *mást* megcsalni.
Ο Εφραιμ ειναι εμπορος ζυγια απατης ειναι εν τη χειρι αυτου αγαπα να αδικη.
És Efraim ugyan ezt mondja: Bizony meggazdagodtam; vagyont szerzettem magamnak. Semmi szerzeményemben nem találnak rajtam álnokságot, a mely bűn volna!
Και ο Εφραιμ ειπε, Βεβαιως εγω επλουτησα, απεκτησα υπαρχοντα εις εμαυτον εν πασι τοις κοποις μου δεν θελει ευρεθη εν εμοι ανομια, ητις να λογιζηται αμαρτια.
De én vagyok az Úr, a te Istened Égyiptom földétől kezdve. Újra sátorok lakójává teszlek téged, mint az ünneplés napjain.
Εγω δε ειμαι Κυριος ο Θεος σου εκ γης Αιγυπτου, θελω σε κατοικισει ετι εν σκηναις ως εν ημεραις επισημου εορτης.
Mert *én* szólottam a prófétákhoz; én sokasítottam meg a látásokat, és *én* szólottam hasonlatokban a próféták által.
Ελαλησα ετι δια προφητων και ορασεις επληθυνα εγω, και παρεστησα ομοιωσεις δια χειρος των προφητων.
Ha Gileád a gonoszság *városa,* bizony semmivé lesznek! Gilgálban ökrökkel áldoznak; de oltáraik is olyanokká lesznek, mint a kőrakások a mező barázdáin.
Εν Γαλααδ ταχα υπηρξεν ανομια; εν Γαλγαλοις μαλιστα εσταθησαν ματαιοτης θυσιαζουσι ταυρους, και τα θυσιαστηρια αυτων ειναι ως σωροι εν ταις αυλαξι των αγρων.
Jákób Aram földére bujdosott, és egy asszonyért szolgált az Izráel, és egy asszonyért pásztorkodott.
Ο δε Ιακωβ εφυγεν εις την γην της Συριας και ο Ισραηλ εδουλευσε δια γυναικα και δια γυναικα εφυλαξε προβατα.
És próféta által hozta fel az Úr Izráelt Égyiptomból, és próféta által tartatott meg.
Και δια προφητου ανεβιβασεν ο Κυριος τον Ισραηλ εξ Αιγυπτου και δια προφητου διεφυλαχθη.
Gonoszul ingerelte Efraim *az Istent;* de rajta szárasztja a *sok* vért, és gyalázatosságát megfizeti néki az ő Ura.
Ο Εφραιμ παρωξυνεν αυτον πικροτατα δια τουτο θελει εκχεει το αιμα αυτου επ αυτον και τον ονειδισμον αυτου ο Κυριος αυτου θελει επιστρεψει επ αυτον.