Ezekiel 39

És te, embernek fia, prófétálj Góg ellen, és mondjad: Így szól az Úr Isten: Ímé, én ellened *megyek* Góg, Rós, Mések és Tubál fejedelme!
Και συ, υιε ανθρωπου, προφητευσον κατα του Γωγ και ειπε, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος Ιδου, εγω ειμαι εναντιον σου, Γωγ, ηγεμων της Ρως, Μεσεχ και Θουβαλ
És elcsalogatlak és vezetgetlek, és felhozlak messze északról, és beviszlek Izráel hegyeire.
και θελω σε περιστρεψει και σε περιπλανησει, και θελω σε αναβιβασει εκ των εσχατων του βορρα και φερει επι τα ορη του Ισραηλ
És kiütöm kézívedet balkezedből, és nyilaidat jobbkezedből kiejtem.
και θελω εκτιναξει το τοξον σου απο της αριστερας σου χειρος και καμει τα βελη σου να εκπεσωσιν απο της δεξιας σου χειρος.
Izráel hegyein esel el te és minden sereged és a népek, melyek veled lesznek; a ragadozó madaraknak, minden szárnyas állatnak és a mezei vadaknak adtalak eledelül.
Θελεις πεσει επι των ορεων του Ισραηλ, συ και παντα τα ταγματα σου και οι λαοι οι μετα σου θελω σε δωσει εις τα πτερωτα ορνεα παντος ειδους και εις τα θηρια του αγρου, εις καταβρωμα
A mező színén esel el, mert én szóltam, ezt mondja az Úr Isten.
θελεις πεσει επι του προσωπου του αγρου διοτι εγω ελαλησα, λεγει Κυριος ο Θεος. Και θελω αποστειλει πυρ επι τον Μαγωγ και μεταξυ των κατοικουντων εν ασφαλεια, τας νησους και θελουσι γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.
És bocsátok tüzet Mágógra és azokra, a kik a szigeteken bátorságosan laknak, hogy megtudják, hogy én vagyok az Úr.
Και θελω καμει το ονομα μου το αγιον γνωστον εν μεσω του λαου μου Ισραηλ.
És az én szent nevemet megismertetem az én népem, Izráel között, s többé nem hagyom megfertéztetni szent nevemet; és megtudják a pogányok, hogy én, az Úr, szent vagyok Izráelben!
Και δεν θελω αφησει να βεβηλωσωσι πλεον το ονομα μου το αγιον και θελουσι γνωρισει τα εθνη, οτι εγω ειμαι ο Κυριος, ο Αγιος εν Ισραηλ
Ímé, eljött és meglett, ezt mondja az Úr Isten; ez az a nap, a melyről szólottam.
Ιδου, ηλθε και εγεινε, λεγει Κυριος ο Θεος αυτη ειναι η ημερα, περι της οποιας ελαλησα.
És kimennek Izráel városainak lakói, és feltüzelik és felégetik a fegyvereket s a kis és nagy paizsokat, a kézívet és a nyilakat és a kézbeli pálczákat és dárdákat, és tüzelnek velök hét esztendeig.
Και οι κατοικουντες τας πολεις του Ισραηλ θελουσιν εξελθει και θελουσι βαλει εις το πυρ και καυσει τα οπλα και τας ασπιδας και τους θυρεους, τα τοξα και τα βελη και τα ακοντια και τας λογχας και θελουσι καιει με αυτα πυρ επτα ετη
És fát nem hordanak a mezőről, sem az erdőkről nem vágnak, hanem a fegyverekből tüzelnek, és zsákmányt vetnek zsákmányolóikban, s prédálóikat elprédálják, ezt mondja az Úr Isten.
και δεν θελουσι λαβει ξυλα εκ του αγρου ουδε θελουσι κοψει εκ των δρυμων, διοτι θελουσι καιει πυρ εκ των οπλων και θελουσι λεηλατησει τους λεηλατησαντας αυτους και λαφυραγωγησει τους λαφυραγωγησαντας αυτους, λεγει Κυριος ο Θεος.
És lészen azon a napon, hogy adok Gógnak helyet, hol temetője legyen Izráelben, a vándorok völgyét keletre a tengertől, ez fogja bezárni e vándor népséget; és ott temetik el Gógot és minden gyülevészét, és nevezik Góg gyülevésze völgyének.
Και εν εκεινη τη ημερα θελω δωσει εις τον Γωγ τοπον ταφης εκει εν Ισραηλ, την φαραγγα των διαβατων, προς ανατολας της θαλασσης και αυτη θελει κλειει την οδον των διαβαινοντων και εκει θελουσι χωσει τον Γωγ και απαν το πληθος αυτου και θελουσιν ονομασει αυτην, Η φαραγξ του Αμων−γωγ.
És eltemeti őket Izráel háza, hogy a földet megtisztítsa, hét álló hónapig.
Και ο οικος Ισραηλ θελει χονει αυτους επτα μηνας, δια να καθαρισωσι την γην.
És temetni fog az ország egész népe, s lészen ez nékik dicsőségökre a napon, melyen megdicsőítem magamat, ezt mondja az Úr Isten.
Και απας ο λαος της γης θελει χονει αυτους και θελει εισθαι εις αυτους ονομαστη η ημερα καθ ην εδοξασθην, λεγει Κυριος ο Θεος.
És választanak embereket, kik a földet szüntelen bejárják, temetgetvén ama vándor népséget, azokat, kik még a föld színén maradtak, hogy azt megtisztítsák. Hét hónap mulva indulnak keresni.
Και θελουσι διαχωρισει ανδρας, οιτινες περιερχομενοι ακαταπαυστως την γην θελουσι θαπτει με την βοηθειαν των διαβατων τους μειναντας επι του προσωπου της γης, δια να καθαρισωσιν αυτην μετα το τελος των επτα μηνων θελουσι καμει ακριβη αναζητησιν.
És bejárják e járók a földet, és ha ki embertetemet lát, jelt állít melléje, míg a temetgetők eltemetik azt a Góg gyülevésze völgyében.
Και εκ των διαβατων των διαβαινοντων την γην, οταν τις ιδη οστουν ανθρωπου, τοτε θελει στηνει σημειον πλησιον αυτου, εωσου οι ενταφιασται θαψωσιν αυτο εν τη φαραγγι του Αμων−γωγ.
És egy városnak is Hamóna lesz a neve, és megtisztítják a földet.
Και της πολεως δε το ονομα θελει εισθαι Αμωνα. Ουτω θελουσι καθαρισει την γην.
És te, embernek fia, így szól az Isten, mondjad a madaraknak, minden szárnyas állatnak és minden mezei vadnak: Gyűljetek egybe és jőjjetek el, seregeljetek egybe mindenfelől az én áldozatomra, mert én nagy áldozatot szerzek néktek Izráel hegyein, és egyetek húst és igyatok vért!
Και συ, υιε ανθρωπου, ουτω λεγει Κυριος ο Θεος Ειπε προς τα ορνεα παντος ειδους και προς παντα τα θηρια του αγρου, συναχθητε και ελθετε συναθροισθητε πανταχοθεν εις την θυσιαν μου, την οποιαν εγω εθυσιασα δια σας, θυσιαν μεγαλην επι των ορεων του Ισραηλ, δια να φαγητε σαρκα και να πιητε αιμα.
Vitézek húsát egyétek, s a föld fejedelmeinek vérét igyátok, kosok, bárányok és bakok, bikák, Básánban hízottak mindnyájan;
Θελετε φαγει την σαρκα των ισχυρων και πιει το αιμα των αρχοντων της γης, των κριων, των αρνιων και των τραγων και των μοσχων, παντων σιτευτων της Βασαν
S egyetek kövérséget jóllakásig, és igyatok vért megrészegedésig az én áldozatomból, a melyet szerzek néktek;
και θελετε φαγει παχος εις χορτασμον και πιει αιμα εις μεθην εκ της θυσιας μου την οποιαν εθυσιασα δια σας
És lakjatok jól az én asztalomnál lovakból és paripákból, vitézekből és minden hadakozó férfiakból, ezt mondja az Úr Isten.
και θελετε χορτασθη επι της τραπεζης μου, απο ιππων και αναβατων, απο ισχυρων και απο παντος ανδρος πολεμιστου, λεγει Κυριος ο Θεος.
És megmutatom az én dicsőségemet a pogányok között, és meglátják mindazok a pogányok az én ítéletemet, melyet cselekedtem, és az én kezemet, melyet rájok vetettem.
Και θελω θεσει την δοξαν μου μεταξυ των εθνων, και παντα τα εθνη θελουσιν ιδει την κρισιν μου την οποιαν εξετελεσα και την χειρα μου, την οποιαν επεβαλον επ αυτα.
És megtudja Izráel háza, hogy én vagyok az Úr, az ő Istenök, attól a naptól fogva és azután.
Και θελει γνωρισει ο οικος Ισραηλ οτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος αυτων, απο της ημερας ταυτης και εις το εξης.
És megtudják a pogányok, hogy az ő vétke miatt vitetett fogságra Izráel háza, mivelhogy elpártolt tőlem, s én elrejtettem orczámat tőle; azért adtam őt ellenségei kezébe, és hullottak el fegyver miatt mindnyájan.
Και τα εθνη θελουσι γνωρισει οτι ο οικος Ισραηλ ηχμαλωτισθη δια την ανομιαν αυτων επειδη εσταθησαν παραβαται προς εμε, δια τουτο εκρυψα το προσωπον μου απ αυτων και παρεδωκα αυτους εις την χειρα των εχθρων αυτων και επεσον παντες εν μαχαιρα.
Az ő tisztátalanságuk s bűneik szerint cselekedtem velök, és elrejtettem orczámat tőlök.
Κατα τας ακαθαρσιας αυτων και κατα τας παραβασεις αυτων επραξα εις αυτους, και εκρυψα απ αυτων το προσωπον μου.
Azért így szól az Úr Isten: Most már haza hozom Jákób foglyait, és megkegyelmezek Izráel egész házának, s féltő szerelemre gyulladok szent nevemért.
Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος Τωρα θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν του Ιακωβ και ελεησει απαντα τον οικον Ισραηλ, και θελω εισθαι ζηλοτυπος δια το ονομα μου το αγιον,
És elfelejtik gyalázatukat és minden vétköket, melylyel vétkeztek ellenem, mikor laknak földjökön bátorságosan, és *őket* senki sem rettegteti.
και θελουσι βαστασει την αισχυνην αυτων και πασας τας παραβασεις αυτων, δια των οποιων εγειναν παραβαται προς εμε, οτε κατωκουν ασφαλως εν τη γη αυτων και δεν υπηρχεν ο εκφοβων.
Mikor visszahozom őket a népek közül, és egybegyűjtöm őket ellenségeik földjeiről, akkor megszentelem magamat bennök sok nép szeme láttára.
Οταν επαναφερω αυτους εκ των λαων και συναξω αυτους εκ των τοπων των εχθρων αυτων και αγιασθω εν αυτοις ενωπιον εθνων πολλων,
És megtudják, hogy én vagyok az Úr, az ő Istenök, ki fogságra vittem őket a pogányok közé, majd egybegyűjtém őket földjökre, és senkit közülök többé ott nem hagyok.
τοτε θελουσι γνωρισει οτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος αυτων, οταν, αφου καμω αυτους να φερθωσιν εις αιχμαλωσιαν μεταξυ των εθνων, συναξω αυτους εις την γην αυτων και δεν αφησω εξ αυτων πλεον εκει υπολοιπον
És többé el nem rejtem orczámat tőlök, mivelhogy kiöntöttem lelkemet Izráel házára, ezt mondja az Úr Isten.
και δεν θελω κρυψει πλεον το προσωπον μου απ αυτων, διοτι εξεχεα το πνευμα μου επι τον οικον Ισραηλ, λεγει Κυριος ο Θεος.