Elizeus pedig ott ült az ő házában, és együtt ültek vele a vének. És elküldött *a király* egy férfiat maga előtt. Mielőtt azonban hozzá jutott volna a követ, monda *Elizeus* a véneknek: Látjátok-é, hogy az a gyilkos hogyan küld ide, hogy a fejemet vétesse? Vigyázzatok, hogy mikor ide ér a követ, zárjátok be az ajtót és szorítsátok meg őt az ajtóban: Ímé az ő ura lábainak dobogása követi őt.
Ο δε Ελισσαιε εκαθητο εν τω οικω αυτου, και οι πρεσβυτεροι εκαθηντο μετ αυτου και απεστειλεν ο βασιλευς ανδρα απ εμπροσθεν αυτου πριν δε ελθη προς αυτον ο μηνυτης, αυτος ειπε προς τους πρεσβυτερους, Δεν βλεπετε οτι ουτος ο υιος του φονευτου εστειλε να αφαιρεση την κεφαλην μου; βλεπετε, καθως ελθη ο μηνυτης, κλεισατε την θυραν και εμποδισατε αυτον προς την θυραν η φωνη των ποδων του κυριου αυτου δεν ειναι εξοπισθεν αυτου;