Leviticus 13

Ja Herra puhui Mosekselle ja Aaronille, sanoen:
Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων, λεγων,
Jos ihmisen ihoon tulee ajos, eli rupi, eli syhelmä, niinkuin spitalitauti tahtois tulla hänen ihoonsa, niin pitää hän vietämän papin Aaronin tykö, eli yhden hänen pojistansa pappein seasta.
Οταν ανθρωπος τις εχη επι του δερματος της σαρκος αυτου πρησμα η ψωραν, η εξανθημα, και γεινη εις το δερμα της σαρκος αυτου πληγη λεπρας, τοτε θελει φερθη προς τον Ααρων τον ιερεα η προς ενα των υιων αυτου των ιερεων
Ja sitte kuin pappi näkee merkin ihossa, ja jos karvat merkissä ovat muuttuneet valkiaksi, ja haavan paikka on nähdä matalampi kuin muu iho hänen ruumiissansa, niin se on spitalitauti, sentähden pitää papin katseleman häntä ja tuomitseman hänen saastaiseksi.
και ο ιερευς θελει θεωρησει την πληγην εις το δερμα της σαρκος. Και εαν η θριξ εις την πληγην μετεβληθη εις λευκην, και η πληγη εις την οψιν ηναι βαθυτερα του δερματος της σαρκος αυτου, ειναι πληγη λεπρας ο δε ιερευς θελει θεωρησει αυτον και θελει κρινει αυτον ακαθαρτον.
Mutta jos hänen ihossansa on valkea syhelmä, eikä kuitenkaan näy olevan syvemmällä muuta ihoa, ja karvat ei ole muuttuneet valkiaksi, niin pitää papin hänen sulkeman sisälle seitsemäksi päiväksi.
Αλλ εαν το εξανθημα ηναι λευκον εις το δερμα της σαρκος αυτου και εις την οψιν δεν ειναι βαθυτερον του δερματος και η θριξ αυτου δεν μετεβληθη εις λευκην, τοτε θελει κλεισει ο ιερευς τον εχοντα την πληγην επτα ημερας
Ja seitsemäntenä päivänä katselkaan pappi häntä, jos haavat näkyvät hänessä olevan niinkuin ennekin, ja ei ole levinneet hänen ihossansa, niin papin pitää hänen jälleen toiseksi seitsemäksi päiväksi sulkeman sisälle.
και θελει θεωρησει αυτον ο ιερευς την εβδομην ημεραν και ιδου, εαν ιδη οτι η πληγη ειναι εις στασιν και η πληγη δεν εξηπλωθη εις το δερμα, τοτε θελει κλεισει αυτον ο ιερευς αλλας επτα ημερας
Ja koska pappi taas katselee hänen toisena seitsemäntenä päivänä ja löytää haavat rauvenneeksi, eikä levinneeksi hänen ihossansa, niin pitää papin tuomitseman hänen puhtaaksi; sillä se on syhelmä: ja pitää pesemän vaatteensa, ja niin on hän puhdas.
και θελει θεωρησει αυτον ο ιερευς εκ δευτερου την εβδομην ημεραν και ιδου, εαν η πληγη ημαυρωθη και δεν εξηπλωθη η πληγη εις το δερμα, θελει κρινει αυτον ο ιερευς καθαρον αυτη ειναι ψωρα και θελει πλυνει τα ιματια αυτου και θελει εισθαι καθαρος.
Mutta jos rupi leviää hänen ihossansa, sitte kuin hän on papilta katsottu ja puhtaaksi sanottu, niin hän pitää katsottaman toisen kerran papilta.
Εαν ομως εξηπλωθη περισσοτερον η ψωρα επι του δερματος, αφου εθεωρηθη υπο του ιερεως δια τον καθαρισμον αυτου, θελει δειχθη παλιν εις τον ιερεα.
Jos siis pappi näkee, että ruvet ovat levinneet hänen ihossansa, niin pitää papin tuomitseman hänen saastaiseksi: se on spitali.
Και εαν ιδη ο ιερευς, οτι εξηπλωθη η ψωρα επι του δερματος, τοτε θελει κρινει αυτον ο ιερευς ακαθαρτον ειναι λεπρα.
Mutta koska spitalin haava tulee ihmiseen, niin hän pitää vietämän papin tykö.
Οταν η πληγη της λεπρας ηναι εις ανθρωπον, τοτε θελει φερθη προς τον ιερεα.
Ja koska pappi näke valkian ajoksen tulleeksi hänen ihoonsa, ja karvat vaalistuneeksi, ja elevän lihan olevan ajoksessa.
και θελει θεωρησει ο ιερευς και ιδου, εαν το πρησμα ηναι λευκον εις το δερμα και μετεβαλε την τριχα εις λευκην, και ευρισκεται κρεας ζων εις το πρησμα,
Niin on vanha spitali hänen ihossansa, ja sentähden pitää papin tuomitseman häntä saastaiseksi, ja ei silleen sulkeman sisälle, sillä hän on jo saastainen.
ειναι λεπρα παλαια εις το δερμα της σαρκος αυτου και θελει κρινει αυτον ο ιερευς ακαθαρτον δεν θελει κλεισει αυτον, διοτι ειναι ακαθαρτος.
Ja jos spitali kovin leviää hänen ihossansa, ja täyttää koko ihonsa, päästä niin jalkoihin, kaiken sen jälkeen, mitä pappi näkee silmäinsä edessä.
Αλλ εαν εξηπλωθη πολυ η λεπρα επι του δερματος και η λεπρα εσκεπασεν ολον το δερμα του εχοντος την πληγην απο κεφαλης αυτου και εως ποδων αυτου, οπου και αν θεωρηση ο ιερευς,
Koska pappi katsoo ja näkee spitalin peittäneeksi koko hänen ihona, niin pitää hän tuomitseman hänen puhtaaksi, sentähden että kaikki on hänessä muuttunut valkiaksi; sillä hän on puhdas.
τοτε θελει θεωρησει ο ιερευς, και ιδου, εαν η λεπρα εσκεπασεν ολην την σαρκαν αυτου, θελει κρινει καθαρον τον εχοντα την πληγην ειναι καθαρος.
Mutta jona päivänä elävä liha hänessä näkyy, niin hän tuomitaan saastaiseksi,
Αλλ εν οποια ημερα φανη εις αυτον κρεας ζων, θελει εισθαι ακαθαρτος.
Ja pappi nähtyänsä elävän lihan, pitää hänen tuomitseman saastaiseksi; sillä elävä liha on saastainen, ja se on spitali.
Και θελει θεωρησει ο ιερευς το κρεας το ζων και θελει κρινει αυτον ακαθαρτον το ζων κρεας ειναι ακαθαρτον ειναι λεπρα.
Mutta jos se elävä liha muuttuu jälleen valkiaksi, niin pitää hänen tuleman papin tykö,
Η εαν το κρεας το ζων αλλαξη παλιν και μεταβληθη εις λευκον, θελει ελθει προς τον ιερεα.
Ja koska pappi näkee haavat muuttuneen valkiaksi, niin papin pitää tuomitseman hänen puhtaaksi; sillä hän on puhdas.
Και θελει θεωρησει αυτον ο ιερευς και ιδου, εαν η πληγη μετεβληθη εις λευκην, τοτε θελει κρινει ο ιερευς καθαρον τον εχοντα την πληγην ειναι καθαρος.
Ja jos jonkun ihoon tulee paisuma, ja paranee jälleen,
Η δε σαρξ επι του δερματος της οποιας ητο ελκος, και ιατρευθη,
Ja sitte siihen siaan tulee jotakin valkiaa eli punaista rakkoa, se pitää katsottaman papilta.
και εν τω τοπω του ελκους εγεινε πρησμα λευκον, η εξανθημα λευκον κοκκινωπον, θελει δειχθη εις τον ιερεα
Koska pappi näkee sen paikan matalammaksi muuta ihoa, ja karvat ovat muuttuneet valkiaksi, niin papin pitää hänen tuomitseman saastaiseksi; sillä siitä paisumasta on spitali tullut.
και θελει θεωρησει ο ιερευς, και ιδου, εαν φαινηται βαθυτερον του δερματος και η θριξ αυτου μετεβληθη εις λευκην, θελει κρινει αυτον ο ιερευς ακαθαρτον ειναι πληγη λεπρας, ητις εξηνθησεν εις το ελκος.
Mutta jos pappi näkee, ettei karvat ole siinä muuttuneet valkiaksi, ja ei ole matalampi kuin muukaan iho, ja se on kadonnut, niin papin pitää sulkeman hänen sisälle seitsemäksi päiväksi.
Εαν δε θεωρηση αυτο ο ιερευς, και ιδου, δεν ηναι λευκαι τριχες εις αυτο και δεν ηναι βαθυτερον του δερματος και ηναι ημαυρωμενον, τοτε ο ιερευς θελει κλεισει αυτον επτα ημερας
Mutta jos se paljo levenee hänen ihossansa, niin pitää papin tuomitseman hänen saastaiseksi; sillä se on spitalin haava.
και εαν εξηπλωθη πολυ επι του δερματος, τοτε θελει κρινει αυτον ο ιερευς ακαθαρτον ειναι πληγη.
Mutta jos se syhelmä pysyy siallansa, ja ei levitä itseänsä, niin se on paisuman arpi, ja papin pitää tuomitseman hänen puhtaaksi.
Αλλ εαν το εξανθημα μενη εν τω τοπω αυτου και δεν εξηπλωθη, τουτο ειναι ουλη του ελκους και θελει κρινει αυτον ο ιερευς καθαρον.
Ja jos jonkun iho tulee rupiin tulen poltteesta ja polton haavat ovat punaiset taikka valkiat,
Εαν δε ηναι κρεας, εχον επι του δερματος αυτου καυστικην φλογωσιν, και το ζων κρεας του πεφλογισμενου μερους εχη εξανθημα λευκον, κοκκινωπον η καταλευκον,
Ja pappi näkee sen karvat muuttuneeksi valkiaksi, siitä kuin palanut on, ja matalammaksi muuta ihoa, niin on spitali tullut siitä poltteesta: sentähden pitää papin tuomitseman hänen saastaiseksi; sillä se on spitalin haava.
τοτε θελει θεωρησει αυτο ο ιερευς και ιδου, εαν η θριξ εις το εξανθημα μετεβληθη εις λευκην και εις την οψιν ηναι βαθυτερον του δερματος, ειναι λεπρα εξανθησασα εις την φλογωσιν και θελει κρινει αυτον ο ιερευς ακαθαρτον ειναι πληγη λεπρας.
Mutta jos pappi näkee, ettei karvat palaneessa ole muuttuneet valkiaksi, eikä matalammaksi ole tullut muuta ihoa, ja on siitä kadonnut, niin pitää papin sulkeman hänen sisälle seitsemäksi päiväksi.
Αλλ εαν ο ιερευς θεωρηση αυτο, και ιδου, δεν ηναι θριξ λευκη εις το εξανθημα και δεν ηναι βαθυτερον του δερματος και ηναι ημαυρωμενον, τοτε θελει κλεισει αυτον ο ιερευς επτα ημερας
Ja seitsemäntenä päivänä pitää papin katseleman häntä: jos se on paljo levinnyt hänessä, niin papin pitää tuomitseman hänen saastaiseksi; sillä se on spitali.
και θελει θεωρησει αυτον ο ιερευς την εβδομην ημεραν και εαν αυτο εξηπλωθη πολυ εις το δερμα, τοτε θελει κρινει αυτον ο ιερευς ακαθαρτον ειναι πληγη λεπρας.
Mutta jos se on alallansa pysynyt palaneessa, eikä ole levinnyt hänen ihossansa, mutta on kadonnut, niin se on arpi palaneen jälkeen, ja papin pitää tuomitseman hänen puhtaaksi; sillä se on arpi palaneen jälkeen.
Εαν δε το εξανθημα μενη εν τω τοπω αυτου και δεν εξηπλωθη επι του δερματος και ηναι ημαυρωμενον, ειναι πρησμα φλογωσεως, και θελει κρινει αυτον ο ιερευς καθαρον επειδη ειναι ουλη της φλογωσεως.
Jos mieheen eli vaimoon tulee syhelmä, päähän eli partaan,
Και εαν ανηρ, η γυνη, εχη πληγην εις την κεφαλην, η εις το πωγωνιον,
Ja pappi katsoo sen ruven ja näkee sen matalammaksi muuta ihoa, ja karvat tulevat siitä paikasta keltaiseksi ja harvemmaksi, niin papin pitää tuomitseman sen saastaiseksi; sillä se on rupi, se on spitali päässä eli parrassa.
τοτε θελει θεωρησει ο ιερευς την πληγην και ιδου, εαν εις την οψιν ηναι βαθυτερα του δερματος και εις αυτην θριξ ξανθιζουσα, τοτε θελει κρινει αυτον ο ιερευς ακαθαρτον ειναι κασιδα, λεπρα της κεφαλης η του πωγωνιου.
Mutta jos pappi näkee, ettei se rupi ole matalampi muuta ihoa, ja karvat ei ole hänessä mustat, niin pitää papin sulkeman hänen, jolla rupihaava on, sisälle seitsemäksi päiväksi.
Και εαν θεωρηση ο ιερευς την πληγην της κασιδας και ιδου, εις την οψιν δεν ηναι βαθυτερα του δερματος και δεν ηναι θριξ μελανη εν αυτη, τοτε θελει κλεισει ο ιερευς επτα ημερας τον εχοντα την πληγην της κασιδας
Ja koska pappi seitsemäntenä päivänä näkee, ettei rupi ole levinnyt ihossa, eikä ole keltaisia karvoja, ja ei ole rupi matalampi nähdä muuta ihoa,
και θελει θεωρησει ο ιερευς την πληγην την εβδομην ημεραν και ιδου, εαν δεν εξηπλωθη η κασιδα και δεν ηναι εις αυτην θριξ ξανθιζουσα και εις την οψιν η κασιδα δεν ηναι βαθυτερα του δερματος,
Pitää hänen ajeleman itsensä, kuitenkin ettei hän ajele rupea ja papin pitää hänen, jolla rupi on, sulkeman sisälle toiseksi seitsemäksi päiväksi;
αυτος θελει ξυρισθη, αλλ η κασιδα δεν θελει ξυρισθη ο δε ιερευς θελει κλεισει τον εχοντα την κασιδαν αλλας επτα ημερας.
Ja koska pappi seitsemäntenä päivänä näkee ruven, ja löytää, ettei rupi ole levinnyt ihossa, ja ei ole matalampi muuta ihoa, niin papin pitää tuomitseman hänen puhtaaksi, ja hänen pitää pesemän vaatteensa, ja niin puhdas oleman.
Και την εβδομην ημεραν θελει θεωρησει ο ιερευς την κασιδαν και ιδου, εαν η κασιδα δεν εξηπλωθη εις το δερμα και εις την οψιν δεν ηναι βαθυτερα του δερματος, τοτε θελει κρινει αυτον ο ιερευς καθαρον και αυτος θελει πλυνει τα ιματια αυτου και θελει εισθαι καθαρος.
Mutta jos rupi kovin levittää itsensä ihoon hänen puhdistuksensa jälkeen,
Αλλ εαν η κασιδα εξηπλωθη πολυ επι του δερματος μετα τον καθαρισμον αυτου,
Ja pappi näkee ruven levinneeksi ihossa, niin ei pidä papin silleen kysymän, jos karvat ovat keltaiset; sillä hän on saastainen.
τοτε θελει θεωρησει αυτον ο ιερευς και ιδου, εαν η κασιδα εξηπλωθη επι του δερματος, δεν θελει ερευνησει ο ιερευς περι της ξανθιζουσης τριχος ειναι ακαθαρτος.
Jos se on silmäin edessä nähdä, että rupi on yhdellänsä ollut, ja siitä ovat mustat karvat käyneet ulos, niin rupi on parantunut, ja hän on puhdas: sentähden pitää papin hänen puhtaaksi sanoman.
Αλλ εαν θεωρηση οτι η κασιδα ειναι εις στασιν και εκφυεται θριξ μελανη εν αυτη, η κασιδα ειναι τεθεραπευμενη ειναι καθαρος και θελει κρινει αυτον ο ιερευς καθαρον.
Ja jos miehen eli vaimon ihoon tulee valkia syhelmä,
Και εαν ανηρ, η γυνη, εχωσιν επι του δερματος της σαρκος αυτων εξανθηματα, εξανθηματα λευκωπα,
Ja pappi näkee sen rauvenneeksi, niin on valkia rupi tullut hänen ihoonsa, ja hän on puhdas.
τοτε θελει θεωρησει ο ιερευς και ιδου, εαν τα εξανθηματα επι του δερματος της σαρκος αυτων ηναι υπολευκα, ειναι αλφος εξανθων επι του δερματος ειναι καθαρος.
Jos miehen hiukset päästä lähtevät, niin että hän tulee paljaspääksi, hän on puhdas.
Εαν δε η κεφαλη τινος μαδηση, αυτος ειναι φαλακρος ειναι καθαρος.
Ja jos ne etiseltä puolelta päätä lähtevät, niin hän on otsalta paljas, ja on puhdas.
Και εαν η κεφαλη αυτου μαδηση προς το προσωπον, ειναι αναφαλαντος ειναι καθαρος.
Mutta jos joku valkea taikka punainen haava tulee paljaan päälle, niin on siihen spitali tullut paljaan pään eli otsan päälle;
Αλλ εαν ηναι εις το φαλακρωμα, η εις το αναφαλαντωμα, πληγη λευκη κοκκινωπη, ειναι λεπρα εξανθησασα εις το φαλακρωμα αυτου η εις το αναφαλαντωμα αυτου.
Sentähden pitää papin katsoman häntä, ja koska hän näkee valkian eli punaisen haavan tulleen paljaan pään eli otsan päälle, että se näkyy niinkuin muukin spitali ihossa,
Και θελει θεωρησει αυτον ο ιερευς και ιδου, εαν το πρησμα της πληγης ηναι λευκον κοκκινωπον εις το φαλακρωμα αυτου η εις το αναφαλαντωμα αυτου, ως το φαινομενον της λεπρας επι του δερματος της σαρκος,
Niin hän on spitalinen ja saastainen mies, ja papin pitää kaiketi tuomitseman hänen saastaiseksi, senkaltaisen haavan tähden hänen päässänsä.
ειναι ανθρωπος λεπρος, ειναι ακαθαρτος θελει κρινει αυτον ο ιερευς ολως ακαθαρτον εις την κεφαλην αυτου ειναι η πληγη αυτου.
Joka spitalinen on, hänen vaatteensa pitää revityt oleman, ja pää avoin, suu peitetty, ja hänen pitää huutaman: saastainen! saastainen!
Και του λεπρου, εις τον οποιον ειναι η πληγη, τα ιματια αυτου θελουσι σχισθη και η κεφαλη αυτου θελει εισθαι ασκεπης, και το επανω χειλος αυτου θελει καλυψει και θελει φωναζει, Ακαθαρτος, ακαθαρτος.
Niinkauvan kuin haava hänessä on, pitää hänen saastainen oleman, yksinänsä asuman ja hänen asuinsiansa ulkona leiristä oleman.
Πασας τας ημερας καθ ας η πληγη θελει εισθαι εν αυτω, θελει εισθαι ακαθαρτος ειναι ακαθαρτος μονος θελει κατοικει εξω του στρατοπεδου θελει εισθαι η κατοικια αυτου.
Jos jonkun vaatteeseen tulee tulee spitalin haava, olkoon se lankainen eli liinainen,
Και εαν υπαρχη εις ιματιον πληγη λεπρας, εις ιματιον μαλλινον η εις ιματιον λινουν,
Loimeen eli kuteesen, olkoon se liinainen eli villainen, elikkä nahkaan, elikkä kaikkinaiseen nahkavaatteeseen:
ειτε εις στημονιον, ειτε εις υφαδιον, εκ λινου η εκ μαλλιου, ειτε εις δερμα, ειτε εις παν πραγμα κατεσκευασμενον εκ δερματος,
Ja jos se haava kovin vihertyy, eli paljo punertuu vaatteessa, eli nahassa, eli loimessa, eli kuteessa, eli jossakussa kappaleessa, joka nahasta tehty on, se on spitalin haava; sentähden pitää papin häntä katsoman.
και η πληγη ηναι πρασινωπη, η κοκκινωπη, εις το ιματιον, η εις το δερμα, η εις το στημονιον, εις το υφαδιον, η εις παν σκευος δερματινον, ειναι πληγη λεπρας και θελει δειχθη εις τον ιερεα
Ja koska pappi senkaltaisen haavan näkee, niin hänen pitää sen sulkeman sisälle seitsemäksi päiväksi;
ο δε ιερευς θελει θεωρησει την πληγην και θελει κλεισει το εχον την πληγην επτα ημερας.
Ja jos hän seitsemäntenä päivänä näkee että haava on levinnyt vaatteessa, loimessa eli kuteessa, nahassa, eli jossakussa kappaleessa joka nahasta tehty on, niin on se kuluttavainen spitali, ja se haava on saastainen.
Και θελει θεωρησει την πληγην την εβδομην ημεραν εαν η πληγη εξηπλωθη επι του ιματιου, η επι του στημονιου, η επι του υφαδιου, η επι του δερματος, εκ παντος πραγματος το οποιον ειναι κατεσκευασμενον εκ δερματος, η πληγη ειναι λεπρα διαβρωτικη τουτο ειναι ακαθαρτον.
Ja hänen pitää vaatteet polttaman, loimen ja kuteen, eli mikä se olis, liinainen eli lankainen, eli kaikkinainen joka nahasta tehty on, jossa senkaltainen haava on; sillä se on kuluttavainen spitali, ja pitää tulessa poltettaman.
Και θελει καυσει το ιματιον, η το στημονιον, η το υφαδιον, μαλλινον, η λινουν, η παν σκευος δερματινον επι του οποιου ειναι η πληγη διοτι ειναι λεπρα διαβρωτικη με πυρ θελει καυθη.
Ja jos pappi näkee, ettei haava ole levinnyt vaatteessa, loimessa eli kuteessa, eli kaikkinaisessa kappaleessa joka nahasta on,
Και εαν ιδη ο ιερευς, και ιδου, η πληγη δεν εξηπλωθη επι του ιματιου, ειτε επι του στημονιου, ειτε επι του υφαδιου, η επι παντος σκευους δερματινου,
Niin pitää papin käskemän pestä sen, jossa haava on, ja pitää hänen sulkeman sisälle jällensä toiseksi seitsemäksi päiväksi.
τοτε θελει προσταξει ο ιερευς να πλυθη το εχον την πληγην και θελει κλεισει αυτο αλλας επτα ημερας
Ja koska pappi näkee haavan, sittekuin se pesty on, ettei haava ole muuttunut hänen silmäinsä edessä, eikä myös ole levinnyt, niin se on saastainen, ja pitää tulessa poltettaman; sillä se on syvälle itsensä laskenut, ja on sen paljaaksi kuluttanut.
και θελει θεωρησει ο ιερευς την πληγην, αφου επλυθη και ιδου, εαν η πληγη δεν ηλλαξε το χρωμα αυτης και δεν εξηπλωθη η πληγη, ειναι ακαθαρτον με πυρ θελεις καυσει αυτο ειναι διαβρωτικον, το οποιον προχωρει υποκατωθεν η επανωθεν.
Jos pappi näkee, ette haava kadonnut on sittekuin se pestiin, niin hänen pitää sen repäisemän pois vaatteesta, nahasta, loimesta eli kuteesta.
Και εαν ιδη ο ιερευς, και ιδου, η πληγη, αφου επλυθη, ειναι ημαυρωμενη, τοτε θελει εκκοψει αυτην απο του ιματιου, η απο του δερματος, η απο του στημονιου, η απο του υφαδιου.
Ja jos se vielä sitte näkyy vaatteessa, loimessa, kuteessa eli kaikkinaisessa nahkavaatteessa, niin se on pisama, ja se pitää poltettaman tulessa ynnä sen kanssa, jossa se haava on.
Αλλ εαν φανη ετι επι του ιματιου, επι του στημονιου, η επι του υφαδιου, η επι παντος σκευους δερματινου, ειναι λεπρα εξανθιζουσα με πυρ θελεις καυσει το εχον την πληγην.
Mutta vaate, loimi, kude, eli kaikkinainen nahkakalu, kuin pesty on, joista haava kadonnut on; se pitää vastuudesta pestämän ja puhdas oleman.
Και το ιματιον, η το στημονιον, η το υφαδιον, παν σκευος δερματινον, το οποιον ηθελες πλυνει, εαν η πληγη εξηλειφθη απ αυτων, τοτε θελει πλυθη εκ δευτερου και θελει εισθαι καθαρον.
Tämä on sääty spitalisesta ruvesta vaatteessa, liinaisessa, lankaisessa loimessa eli kuteessa, ja kaikkinaisessa nahkavaatteessa: niitä puhtaaksi eli saastaiseksi sanoa.
Ουτος ειναι ο νομος της πληγης της λεπρας επι ιματιου μαλλινου, η λινου, ειτε στημονιου, ειτε υφαδιου, η παντος σκευους δερματινου, δια να κρινηται καθαρον, η να κρινηται ακαθαρτον.