Isaiah 66

Näin sanoo Herra: taivas on minun istuimeni, ja maa minun jalkaini astinlauta. Mikä siis on se huone, jonka te minulle rakennatte, eli mikä on minun leposiani?
Ουτω λεγει Κυριος Ο ουρανος ειναι θρονος μου και η γη υποποδιον των ποδων μου ποιος ειναι ο οικος, τον οποιον ηθελετε οικοδομησει δι εμε; και ποιος ειναι ο τοπος της αναπαυσεως μου;
Ja minun käteni on kaikki nämät tehnyt ja kaikki nämät ovat tehdyt, sanoo Herra; mutta minä katson sen puoleen, joka raadollinen ja särjetyllä hengellä on, ja joka vapisee minun sanani edessä.
Διοτι η χειρ μου εκαμε παντα ταυτα και εγειναν παντα ταυτα, λεγει Κυριος εις τινα λοιπον θελω επιβλεψει; εις τον πτωχον και συντετριμμενον το πνευμα και τρεμοντα τον λογον μου.
Sillä joka härjän teurastaa, on niinkuin hän miehenkin tappais; joka lampaan uhraa, on niinkuin hän koiran niskat taittais; joka ruokauhria tuo, on niinkuin hän sian verta uhrais; joka pyhää savua muistelee, on niinkuin hän vääryyttä kiittäis: näitä he valitsevat teissänsä, ja heidän sielunsa mielistyy heidän kauhistuksiinsa.
Οστις δε σφαζει βουν, ειναι ως ο φονευων ανθρωπον οστις θυσιαζει αρνιον, ως ο κοπτων κυνος λαιμον οστις προσφερει προσφοραν εξ αλφιτων, ως προσφερων αιμα χοιρειον οστις θυσιαζει, ως ο ευλογων ειδωλον. Ναι, αυτοι εξελεξαν τας οδους αυτων, και η ψυχη αυτων ηδυνεται εις τα βδελυγματα αυτων.
Sentähden tahdon minä myös valita heidän pilkkansa, ja jota he pelkäävät, sen saatan minä heidän päällensä; sentähden että minä kutsuin, ja ei kenkään vastannut, minä puhuin, ja ei he kuulleet. Ja he tekivät pahaa minun silmäini edessä, ja valitsivat, jota en minä tahtonut.
Και εγω λοιπον θελω εκλεξει τα εις αυτους ολεθρια και θελω φερει επ αυτους οσα φοβουνται διοτι εκαλουν και ουδεις απεκρινετο ελαλουν και δεν ηκουον αλλ επραττον το κακον ενωπιον μου και εξελεγον το μη αρεστον εις εμε.
Kuulkaat Herran sanaa te, jotka hänen sanaansa pelkäätte: teidän veljenne, jotka teitä vihasivat, ja eroittivat teidät heistänsä minun nimeni tähden, he sanovat: olkoon Herra ylistetty! vaan ilmaantukaan hän teidän iloonne; mutta heidän pitää häpiään tuleman.
Ακουσατε τον λογον του Κυριου, σεις οι τρεμοντες τον λογον αυτου οι αδελφοι σας, οιτινες σας μισουσι και σας αποβαλλουσιν ενεκεν του ονοματος μου, ειπαν, Ας δοξασθη ο Κυριος πλην αυτος θελει φανη εις χαραν σας, εκεινοι δε θελουσι καταισχυνθη.
Sillä metelin ääni (pitää kuuluman) kaupungista, ääni templistä, Herran ääni, joka vihollisensa kostaa ansion jälkeen.
Φωνη κραυγης ερχεται εκ της πολεως, φωνη εκ του ναου, φωνη του Κυριου, οστις καμνει ανταποδοσιν εις τους εχθρους αυτου.
Hän synnyttää ennenkuin hän saa kivun; hän synnyttää pojan ennenkuin hänen kipunsa tulee.
Πριν κοιλοπονηση, εγεννησε πριν ελθωσιν οι πονοι αυτης, ηλευθερωθη και εγεννησεν αρσενικον.
Kuka on ikänä senkaltaista kuullut? kuka on ikänä senkaltaista nähnyt? Saaneeko koko maa yhtenä päivänä synnyttämisen kivun? syntyneekö kaikki kansa yhtä haavaa? kuitenkin on Zion, saatuansa synnyttämisen kivun, myös synnyttänyt.
Τις ηκουσε τοιουτον πραγμα; τις ειδε τοιαυτα; ηθελε γεννησει η γη εν μια ημερα; η εθνος ηθελε γεννηθη ενταυτω αλλ η Σιων αμα εκοιλοπονησεν, εγεννησε τα τεκνα αυτης.
Eikö minun, joka muut saatan synnyttämään, pitäisi itse myös synyttämän? sanoo Herra; pitäiskö minun antaman muiden synnyttää, ja itse hedelmätöin oleman? sanoo sinun Jumalas.
Εγω, ο φερων εις την γενναν, δεν ηθελον καμει να γεννηση; λεγει Κυριος εγω, ο καμνων να γεννωσιν, ηθελον κλεισει την μητραν; λεγει ο Θεος σου.
Iloitkaat Jerusalemin kanssa, ja ihastukaat hänestä kaikki, jotka häntä rakastatte; iloitkaat suuresti hänen kanssansa kaikki te, jotka tähänasti olette hänen tähtensä murheelliset olleet.
Ευφρανθητε μετα της Ιερουσαλημ και αγαλλεσθε μετ αυτης, παντες οι αγαπωντες αυτην χαρητε χαραν μετ αυτης, παντες οι πενθουντες δι αυτην
Sillä teidän pitää imemän ja ravittaman hänen lohdutuksensa nisistä; teidän pitää lypsämän ja ilahuttaman teitänne hänen kunniansa kirkkaudesta.
δια να θηλασητε και να χορτασθητε απο των μαστων των παρηγοριων αυτης δια να εκθηλασητε και να εντρυφησητε εις την αφθονιαν της δοξης αυτης.
Sillä näin sanoo Herra: katso minä levitän hänen tykönänsä rauhan niinkuin virran, ja pakanain kunnian niinkuin vuotavan ojan, jota te saatte imeä; ja teitä pitää sylissä kannettaman, ja polvien päällä ihanteleman.
διοτι ουτω λεγει Κυριος Ιδου, εις αυτην θελω στρεψει την ειρηνην ως ποταμον, και την δοξαν των εθνων ως χειμαρρον πλημμυρουντα τοτε θελετε θηλασει, θελετε βασταχθη επι των πλευρων και κολακευθη επι των γονατων αυτης.
Niinkuin äiti poikaansa lohduttaa, niin minä tahdon teitä lohduttaa, ja teidän pitää Jerusalemissa lohdutuksen saaman.
Ως παιδιον, το οποιον παρηγορει η μητηρ αυτου, ουτως εγω θελω σας παρηγορησει και θελετε παρηγορηθη εν τη Ιερουσαλημ.
Teidän pitää sen näkemän, ja teidän sydämenne pitää iloitseman, ja teidän luunne pitää vihoittaman niinkuin ruoho; niin tunnetaan Herran käsi hänen palvelioissansa, ja hänen vihollisissansa.
Και θελετε ιδει, και η καρδια σας θελει ευφρανθη και τα οστα σας θελουσιν ανθησει ως χορτος και η χειρ του Κυριου θελει γνωρισθη προς τους δουλους αυτου, η δε οργη προς τους εχθρους αυτου.
Sillä katso, Herra tulee tulella, ja hänen rattaansa ovat niinkuin tuulispää; että hän kostais vihansa hirmuisuudessa, ja rangaistuksen tulen liekissä.
Διοτι, ιδου, ο Κυριος θελει ελθει εν πυρι, και αι αμαξαι αυτου θελουσιν εισθαι ως ανεμοστροβιλος, δια να αποδωση την οργην αυτου με ορμην και την επιτιμησιν αυτου με φλογας πυρος.
Sillä Herra on tuomitseva tulella ja miekallansa kaiken lihan; ja Herralta tapetuita pitää paljo oleman.
Διοτι εν πυρι Κυριου και εν τη μαχαιρα αυτου θελει κριθη πασα σαρξ, και οι πεφονευμενοι του Κυριου θελουσιν εισθαι πολλοι.
Jotka heitänsä pyhittävät ja puhdistavat yrttitarhoissa, yksi täällä, toinen siellä, ja syövät sian lihaa, kauhistuksia ja hiiriä: kaikki nämät pitää lopetettaman yhtä haavaa, sanoo Herra.
Οι αγιαζομενοι και καθαριζομενοι εν τοις κηποις ο εις κατοπιν του αλλου αναφανδον, τρωγοντες χοιρειον κρεας και τα βδελυγματα και τον ποντικον, ουτοι θελουσι καταναλωθη ομου, λεγει Κυριος.
Sillä minä tahdon tulla ja koota heidän ajatuksensa ja tekonsa, ynnä kaikkein pakanain ja kielten kanssa, että he tulisivat ja näkisivät minun kunniani.
Διοτι εγω εξευρω τα εργα αυτων και τους διαλογισμους αυτων και ερχομαι δια να συναξω παντα τα εθνη και τας γλωσσας και θελουσιν ελθει και ιδει την δοξαν μου.
Ja minä asetan merkin heidän sekaansa, ja muutamat niistä, kuin pelastetut ovat, lähetän minä pakanoille meren tykö, joutsimiehen puoleen, Puliin ja Ludiin, Tubaliin ja Javaan päin, ja niihin kaukaisiin saariin, joissa ei tähänasti mitään ole minusta kuultu, ja ei ole minun kunniaani nähneet: ja heidän pitää minun kunniani pakanain seassa ilmoittaman.
Και θελω στησει σημειον μεταξυ αυτων και τους σεσωσμενους εξ αυτων θελω εξαποστειλει εις τα εθνη, εις Θαρσεις, Φουλ και Λουδ, οιτινες συρουσι τοξον, εις Θουβαλ και Ιαυαν, εις τας νησους τας μακραν, οιτινες δεν ηκουσαν την φημην μου ουδε ειδον την δοξαν μου και θελουσι κηρυξει την δοξαν μου μεταξυ των εθνων.
Ja tuoman ulos kaikki teidän veljenne kaikista pakanoista, Herralle ruokauhriksi, hevosilla ja rattailla, paareilla, muuleilla ja liukkailla juhdilla Jerusalemiin minun pyhän vuoreni puoleen, sanoo Herra: niinkuin Israelinkin lapset tuovat ruokauhrin puhtaassa astiassa Herran huoneeseen.
Και θελουσι φερει παντας τους αδελφους σας εκ παντων των εθνων προσφοραν εις τον Κυριον, επι ιππων και επι αμαξων και επι φορειων και επι ημιονων και επι ταχυδρομων ζωων, προς το αγιον μου ορος, την Ιερουσαλημ, λεγει Κυριος, καθως τα τεκνα του Ισραηλ φερουσι την εξ αλφιτων προσφοραν εν καθαρω αγγειω προς τον οικον του Κυριου.
Ja minä tahdon niistä ottaa papit ja Leviläiset, sanoo Herra.
Και προσετι θελω λαβει εξ αυτων ιερεις και Λευιτας, λεγει Κυριος.
Sillä niinkuin uudet taivaat ja uusi maa, jotka minä teen, ovat minun edessäni, sanoo Herra, juuri niin pitää teidän siemenenne ja nimenne pysymän.
Διοτι ως οι νεοι ουρανοι και η νεα γη, τα οποια εγω θελω καμει, θελουσι διαμενει ενωπιον μου, λεγει Κυριος, ουτω θελει διαμενει το σπερμα σας και το ονομα σας.
Ja kaikki liha pitää yhdestä kuukaudesta niin toiseen, ja yhdestä sabbatista niin toiseen, tuleman kumartamaan minun eteeni, sanoo Herra:
Και απο νεας σεληνης εως αλλης και απο σαββατου εως αλλου θελει ερχεσθαι πασα σαρξ δια να προσκυνη ενωπιον μου, λεγει Κυριος.
Ja heidän pitää menemän ulos, ja katseleman niiden ihmisten raatoja, jotka minua vastaan väärin tekivät; sillä ei heidän matonsa pidä kuoleman, eikä heidän tulensa sammuman, ja heidän pitää kaikelle lihalle kauhistukseksi oleman.
Και θελουσιν εξελθει και ιδει τα κωλα των ανθρωπων, οιτινες εσταθησαν παραβαται εναντιον μου διοτι ο σκωληξ αυτων δεν θελει τελευτησει και το πυρ αυτων δεν θελει σβεσθη και θελουσιν εισθαι βδελυγμα εις πασαν σαρκα.