Minun isäni vannotti minua, sanoen: katso, minä kuolen, hautaa minua minun hautaani, jonka minä olen kaivanut minulle Kanaanin maalla: niin tahtoisin minä nyt siis mennä, ja haudata minun isäni, ja palata tänne jällensä.
Ο πατηρ μου με ωρκισε, λεγων, Ιδου, εγω αποθνησκω εις το μνημειον μου, το οποιον εσκαψα εις εμαυτον εν γη Χανααν, εκει θελεις με θαψει τωρα λοιπον ας αναβω, παρακαλω, και ας θαψω τον πατερα μου και θελω επιστρεψει.