Exodus 35

Ja Moses kokosi kaiken Israelin seurakunnan, ja sanoi heille: nämät ovat ne, mitä Herra käskenyt on teidän tehdä.
Και συνηθροισεν ο Μωυσης πασαν την συναγωγην των υιων Ισραηλ, και ειπε προς αυτους, Ουτοι ειναι οι λογοι, τους οποιους προσεταξεν ο Κυριος, δια να καμνητε αυτους.
Kuusi päivää pitää työtä tehtämän, mutta seitsemännen päivän pitää teille pyhä oleman, sabbatin lepo Herralle: kuka ikänänsä silloin työtä tekee, sen pitää kuoleman.
Εξ ημερας θελει γινεσθαι εργασια η δε εβδομη ημερα θελει εισθαι εις εσας αγια, σαββατον αναπαυσεως εις τον Κυριον πας οστις καμη εν αυτη εργασιαν θελει θανατωθη
Ei teidän pidä tulta sytyttämän kaikissa teidän asuinsioissanne sabbatin päivänä.
δεν θελετε αναπτει πυρ εν πασαις ταις κατοικιαις υμων την ημεραν του σαββατου.
Ja Moses sanoi kaikille Israelin lasten seurakunnalle: tämä on se, jota Herra käskenyt on, sanoen:
Και ελαλησεν ο Μωυσης προς πασαν την συναγωγην των υιων Ισραηλ, λεγων, τουτο ειναι το πραγμα το οποιον ο Κυριος προσεταξε, λεγων,
Ottakaat teidän seastanne ylennysuhria Herralle: jokainen, jolla hyväntahtoinen sydän on, tuokaan ylennysuhrin Herralle: kultaa, hopiaa ja vaskea.
Λαβετε απο ο, τι εχετε προσφοραν εις τον Κυριον οστις προαιρειται εν τη καρδια αυτου, ας φερη την προσφοραν του Κυριου χρυσιον και αργυριον και χαλκον,
Sinisiä, purpuraisia ja tulipunaisia villoja, kallista liinaa ja vuohen karvoja,
και κυανουν και πορφυρουν και κοκκινον και βυσσον και τριχας αιγων,
Punalla painetuita, oinaan nahkoja, ja tekasjim-nahkoja, sittimipuita,
και δερματα κριων κοκκινοβαφη και δερματα θωων και ξυλον σιττιμ,
Öljyä lamppuihin, ja hyvänhajuisia kaluja voidellusöljyyn ja hyvään suitsutukseen,
και ελαιον δια το φως και αρωματα δια το χριστηριον ελαιον και δια το ευωδες θυμιαμα,
Onikin kiviä ja sisälle suljetuita kiviä päällisvaatteesen ja rintavaatteesen.
και λιθους ονυχιτας και λιθους δια να εντεθωσιν εις το εφοδ και εις το περιστηθιον.
Ja jokainen taitava teidän seassanne tulkaan ja tehkään kaikki mitä Herra käskenyt on:
Και πας συνετος την καρδιαν μεταξυ σας θελει ελθει και καμει παντα οσα προσεταξεν ο Κυριος
Majan vaatteinensa, peitteinensä, renkainensa, lautoinensa, korentoinensa, patsainensa ja jalkoinensa;
την σκηνην, το περικαλυμμα αυτης και την σκεπην αυτης, τας περονας αυτης και τας σανιδας αυτης, τους μοχλους αυτης, τους στυλους αυτης και τα υποβασια αυτης,
Arkin korentoinensa, armo-istuimen ja esiripun;
την κιβωτον και τους μοχλους αυτης, το ιλαστηριον και το καλυπτηριον καταπετασμα,
Pöydän korentoinensa ja kaikki sen kalut, niin myös katsomusleivän;
την τραπεζαν και τους μοχλους αυτης και παντα τα σκευη αυτης και τον αρτον της προθεσεως,
Kynttiläjalan kaluinensa valistamaan, ja hänen lamppunsa ja öljyä valkeudeksi.
και την λυχνιαν δια το φως και τα σκευη αυτης και τους λυχνους αυτης και το ελαιον του φωτος,
Ja savu-alttarin korentoinensa, voidellusöljyn ja hyvänhajavia kaluja suitsutukseen, ja vaatteen majan oven eteen.
και το θυσιαστηριον του θυμιαματος, και τους μοχλους αυτου και το χριστηριον ελαιον και το ευωδες θυμιαμα και τον ταπητα της θυρας της εισοδου της σκηνης,
Polttouhrin alttarin vaskihäkin kanssa, korennot ja kaikki sen astiat: pesoastian jalkoinensa.
το θυσιαστηριον του ολοκαυτωματος και την χαλκινην εσχαραν αυτου τους μοχλους αυτου και παντα τα σκευη αυτου, τον νιπτηρα και την βασιν αυτου,
Pihan vaatteet patsainensa ja jalkoinensa, niin myös vaatteen pihan oven eteen;
τα παραπετασματα της αυλης, τους στυλους αυτης και τα υποβασια αυτων και το παραπετασμα της θυρας της αυλης,
Majan ja pihan vaarnat köysinensä;
τους πασσαλους της σκηνης και τους πασσαλους της αυλης και τα σχοινια αυτων,
Virkavaatteet pyhän palvelukseen: pyhät vaatteet papille Aaronille, hänen poikainsa vaatteen kanssa, papin virkaan.
τας λειτουργικας στολας δια να λειτουργωσιν εν τω αγιω, τας αγιας στολας δια τον Ααρων τον ιερεα και τας στολας των υιων αυτου, δια να ιερατευωσι.
Silloin meni koko Israelin lasten seurakunta ulos Moseksen kasvoin edestä.
Και εξηλθε πασα η συναγωγη των υιων Ισραηλ απ εμπροσθεν του Μωυσεως.
Ja tuli jokainen, jonka sydän kehoitettiin, ja jolla oli hyvänsuopainen henki, ja toivat ylennysuhrin Herralle, seurakunnan majan tarpeeksi, ja kaikkeen sen palvelukseen, ja pyhiin vaatteisiin.
Και ηλθον, πας ανθρωπος του οποιου η καρδια διηγειρεν αυτον και πας τις τον οποιον το πνευμα αυτου εκαμε προθυμον, εφεραν την προσφοραν του Κυριου δια το εργον της σκηνης του μαρτυριου και δια πασαν την υπηρεσιαν αυτης και δια τας αγιας στολας.
Ja tulivat sekä miehet että vaimot, kaikki, joilla oli hyvänsuopainen sydän, ja toivat rannerenkaita, korvarenkaita, sormuksia ja solkia, ja kaikkinaisia kultaisia astioita; toi myös joka mies kultaa häälytysuhriksi Herralle.
Και ηλθον, ανδρες τε και γυναικες, οσοι ησαν προθυμου καρδιας, φεροντες βραχιολια και ενωτια και δακτυλιδια και περιδεραια, παν σκευος χρυσουν και παντες οσοι προσεφεραν προσφοραν χρυσιον εις τον Κυριον.
Ja jokainen toi, joka tyköänsä löysi sinisiä, ja purpuraisia, ja tulipunaisia villoja, ja kallista liinaa, ja vuohenkarvoja, punalla painetuita oinaan nahkoja, ja tekasjim-nahkoja.
Και πας ανθρωπος εις τον οποιον ευρισκετο κυανουν και πορφυρουν και κοκκινον και βυσσος και τριχες αιγων και δερματα κριων κοκκινοβαφη και δερματα θωων, εφεραν αυτα.
Jokainen joka hopiaa ja vaskea ylensi, hän sen toi ylennysuhriksi Herralle. Ja jokainen, joka tyköänsä löysi sittimipuita, hän toi niitä kaikkinaiseksi Jumalan palveluksen tarpeeksi.
Πας οστις ηδυνατο να καμη προσφοραν αργυριου και χαλκου, εφεραν την προσφοραν του Κυριου και πας ανθρωπος, εις τον οποιον ευρισκετο ξυλον σιττιμ δια παν εργον της υπηρεσιας, εφεραν αυτο.
Ja kaikki taitavat vaimot kehräsivät käsillänsä, ja toivat kehräyksensä sinisistä, ja purpuraisista ja tulipunaisista villoista, ja kalliista liinasta.
Και πασα γυνη συνετη την καρδιαν εκλωθον με τας χειρας αυτων και εφερον κεκλωσμενα, το κυανουν και το πορφυρουν, το κοκκινον και την βυσσον.
Ja ne vaimot, jotka senkaltaisia töitä taisivat ja siihen olivat hyväntahtoiset, kehräsivät vuohen karvoja.
Και πασαι αι γυναικες, των οποιων η καρδια διηγειρεν αυτας εις ευμηχανιαν, εκλωσαν τας τριχας των αιγων.
Mutta päämiehet toivat onikin kiviä, ja kiinnitettyjä kiviä, päällisvaatteesen ja rintavaatteesen.
Και οι αρχοντες εφεραν τους λιθους τους ονυχιτας και τους λιθους της ενθεσεως δια το εφοδ και δια το περιστηθιον
Ja hyvänhajullisia yrttejä, ja öljyä valkeudeksi, ja voidellusöljyksi, ja yrttein suitsutukseksi.
και τα αρωματα, και το ελαιον δια το φως και δια το χριστηριον ελαιον και δια το ευωδες θυμιαμα.
Ja niin Israelin lapset toivat hyvällä mielellä, sekä miehet että vaimot kaikkinaiseen tarpeesen, niinkuin Herra Mosekselle käskenyt oli että tehtämän piti.
Οι υιοι Ισραηλ εφεραν προαιρετικην προσφοραν εις τον Κυριον, πας ανηρ και γυνη, των οποιων η καρδια εκαμεν αυτους προθυμους εις το να φερωσι δια πασαν την εργασιαν, την οποιαν προσεταξεν ο Κυριος να γεινη δια χειρος του Μωυσεως.
Ja Moses sanoi Israelin lapsille: katsokaat, Herra on kutsunut Betsaleelin nimeltä, Urin pojan, Hurin pojanpojan, Juudan suvusta,
Και ειπεν ο Μωυσης προς τους υιους Ισραηλ, Ιδετε, ο Κυριος εκαλεσεν εξ ονοματος Βεσελεηλ τον υιον του Ουρι, υιου του Ωρ, εκ φυλης Ιουδα
Ja täyttänyt hänen Jumalan hengellä: taidolla, ymmärryksellä ja tiedolla kaikkinaiseen työhön,
και ενεπλησεν αυτον πνευματος θειου, σοφιας συνεσεως και επιστημης και πασης καλλιτεχνιας
Ja taitavasti ylösajattelemaan sitä, mitä tehdä taidetaan kullasta, hopiasta ja vaskesta,
και δια να επινοη εντεχνα εργα, ωστε να εργαζηται εις χρυσιον και εις αργυριον και εις χαλκον
Taitavasti kaivamaan ja sisälle kiinnittämään kalliita kiviä, veistämään puita, ja tekemään taitavasti kaikkinaista visua työtä;
και να γλυφη λιθους ενθεσεως και να σκαλιζη ξυλα δι εργασιαν, δια παν εντεχνον εργον.
Ja on antanut taidon hänen sydämeensä opettaa: ynnä Oholiabin Ahisamakin pojan kanssa Danin suvusta.
Και εδωκεν εις την καρδιαν αυτου το να διδασκη, αυτος και Ελιαβ ο υιος του Αχισαμαχ, εκ φυλης Δαν.
Ja on täyttänyt heidän sydämensä taidolla, tekemään kaikkinaista visua työtä, kaivamaan, kutomaan ja neulomaan sinisiä, ja purpuraisia ja tulipunaisia villoja, ja kallista liinaa, niin että he tekevät ja ylösajattelevat kaikkinaisia, taitavasti.
Τουτους ενεπλησε συνεσεως καρδιας, δια να εργαζωνται παν εργον εγχαρακτου και καλλιτεχνου και κεντητου εις κυανουν και εις πορφυρουν, εις κοκκινον και εις βυσσον, και υφαντου, των εργαζομενων παν εργον και επινοουντων εντεχνα εργα.