Psalms 53

La sensaĝulo diris en sia koro: Dio ne ekzistas. Ili sentaŭgiĝis, kaj abomeniĝis en la malvirto; Ekzistas neniu, kiu faras bonon.
Εις τον πρωτον μουσικον, επι Μαχαλαθ Μασχιλ του Δαβιδ. Ειπεν ο αφρων εν τη καρδια αυτου, δεν υπαρχει Θεος. Διεφθαρησαν και εγειναν βδελυροι δια την ανομιαν δεν υπαρχει πραττων αγαθον.
Dio el la ĉielo ekrigardis la homidojn, Por vidi, ĉu ekzistas prudentulo, kiu serĉas Dion.
Ο Θεος εξ ουρανου διεκυψεν επι τους υιους των ανθρωπων, δια να ιδη εαν ηναι τις εχων συνεσιν, εκζητων τον Θεον.
Ĉiu devojiĝis, ĉiuj malvirtiĝis; Ekzistas neniu, faranta bonon, ne ekzistas eĉ unu.
Παντες εξεκλιναν ομου εξηχρειωθησαν δεν υπαρχει πραττων αγαθον, δεν υπαρχει ουδε εις.
Ĉu ne prudentiĝos tiuj, kiuj faras malbonon, Kiuj manĝas mian popolon, kiel oni manĝas panon, Kaj kiuj ne vokas al Dio?
Δεν εχουσι γνωσιν οι εργαζομενοι την ανομιαν, οι κατατρωγοντες τον λαον μου ως βρωσιν αρτου; τον Θεον δεν επεκαλεσθησαν.
Tie ili forte ektimis, kie timindaĵo ne ekzistis; Ĉar Dio disĵetis la ostojn de tiuj, kiuj vin sieĝas; Vi hontigis ilin, ĉar Dio ilin forpuŝis.
Εκει εφοβηθησαν φοβον, οπου δεν ητο φοβος, διοτι ο Θεος διεσκορπισε τα οστα των στρατοπεδευοντων κατα σου κατησχυνας αυτους, διοτι ο Θεος κατεφρονησεν αυτους.
Ho, ke venu el Cion savo al Izrael! Kiam Dio revenigos Sian forkaptitan popolon, Tiam triumfos Jakob kaj ĝojos Izrael.
Τις θελει δωσει εκ Σιων την σωτηριαν του Ισραηλ; οταν ο Θεος επιστρεψη τον λαον αυτου απο της αιχμαλωσιας, θελει αγαλλεσθαι ο Ιακωβ, θελει ευφραινεσθαι ο Ισραηλ.