Psalms 37

Een psalm van David. Aleph. Ontsteek u niet over de boosdoeners; benijd hen niet, die onrecht doen.
Ψαλμος του Δαβιδ. Μη αγανακτει δια τους πονηρευομενους, μηδε ζηλευε τους εργατας της ανομιας.
Want als gras zullen zij haast worden afgesneden, en als de groene grasscheutjes zullen zij afvallen.
Διοτι ως χορτος ταχεως θελουσι κοπη, και ως χλωρα βοτανη θελουσι καταμαρανθη.
Beth. Vertrouw op den HEERE, en doe het goede; bewoon de aarde, en voed u met getrouwigheid.
Ελπιζε επι Κυριον και πραττε το αγαθον κατοικει την γην και νεμου την αληθειαν
En verlustig u in den HEERE, zo zal Hij u geven de begeerten uws harten.
και ευφραινου εν Κυριω, και θελει σοι δωσει τα ζητηματα της καρδιας σου.
Gimel. Wentel uw weg op den HEERE, en vertrouw op Hem; Hij zal het maken;
Αναθες εις τον Κυριον την οδον σου και ελπιζε επ αυτον, και αυτος θελει ενεργησει
En zal uw gerechtigheid doen voortkomen als het licht, en uw recht als den middag.
και θελει εξαξει ως φως την δικαιοσυνην σου και την κρισιν σου ως μεσημβριαν.
Daleth. Zwijg den HEERE, en verbeid Hem; ontsteek u niet over dengene, wiens weg voorspoedig is; over een man, die listige aanslagen uitvoert.
Αναπαυου επι τον Κυριον και προσμενε αυτον μη αγανακτει δια τον κατευοδουμενον εν τη οδω αυτου, δια ανθρωπον πραττοντα παρανομιας.
He. Laat af van toorn, en verlaat de grimmigheid; ontsteek u niet, immers niet, om kwaad te doen.
Παυσον απο θυμου και αφες την οργην μηδολως αγανακτει ωστε να πραττης πονηρα.
Want de boosdoeners zullen uitgeroeid worden, maar die den HEERE verwachten, die zullen de aarde erfelijk bezitten.
Διοτι οι πονηρευομενοι θελουσιν εξολοθρευθη οι δε προσμενοντες τον Κυριον, ουτοι θελουσι κληρονομησει την γην.
Vau. En nog een weinig, en de goddeloze zal er niet zijn; en gij zult acht nemen op zijn plaats, maar hij zal er niet wezen.
Διοτι ετι μικρον και ο ασεβης δεν θελει υπαρχει και θελεις ζητησει τον τοπον αυτου, και δεν θελει ευρεθη
De zachtmoedigen daarentegen zullen de aarde erfelijk bezitten, en zich verlustigen over groten vrede.
οι πραεις ομως θελουσι κληρονομησει την γην και θελουσι κατατρυφα εν πολλη ειρηνη.
Zain. De goddeloze bedenkt listige aanslagen tegen den rechtvaardige, en hij knerst over hem met zijn tanden.
Ο ασεβης μηχαναται κατα του δικαιου, και τριζει κατ αυτου τους οδοντας αυτου.
De HEERE belacht hem, want Hij ziet, dat zijn dag komt.
Ο Κυριος θελει γελασει επ αυτω, επειδη βλεπει οτι ερχεται η ημερα αυτου.
Cheth. De goddelozen hebben het zwaard uitgetrokken, en hun boog gespannen, om den ellendige en nooddruftige neder te vellen, om te slachten, die oprecht van weg zijn.
Οι ασεβεις εξεσπασαν ρομφαιαν και ενετειναν το τοξον αυτων, δια να καταβαλωσι τον πτωχον και τον πενητα, δια να σφαξωσι τους περιπατουντας εν ευθυτητι.
Maar hun zwaard zal in hunlieder hart gaan; en hun bogen zullen verbroken worden.
Η ρομφαια αυτων θελει εμβη εις την καρδιαν αυτων, και τα τοξα αυτων θελουσι συντριφθη.
Teth. Het weinige, dat de rechtvaardige heeft, is beter dan de overvloed veler goddelozen.
Καλλιον το ολιγον του δικαιου παρα ο πλουτος πολλων ασεβων.
Want de armen der goddelozen zullen verbroken worden; maar de HEERE ondersteunt de rechtvaardigen.
Διοτι οι βραχιονες των ασεβων θελουσι συντριφθη τους δε δικαιους υποστηριζει ο Κυριος.
Jod. De HEERE kent de dagen der oprechten; en hun erfenis zal in eeuwigheid blijven.
Γινωσκει ο Κυριος τας ημερας των αμεμπτων και η κληρονομια αυτων θελει εισθαι εις τον αιωνα
Zij zullen niet beschaamd worden in den kwaden tijd, en in de dagen des hongers zullen zij verzadigd worden.
δεν θελουσι καταισχυνθη εν καιρω πονηρω και εν ημεραις πεινης θελουσι χορτασθη.
Caph. Maar de goddelozen zullen vergaan, en de vijanden des HEEREN zullen verdwijnen, als het kostelijkste der lammeren; met den rook zullen zij verdwijnen.
Οι δε ασεβεις θελουσιν εξολοθρευθη και οι εχθροι του Κυριου, ως το παχος των αρνιων, θελουσιν αναλωθη εις καπνον θελουσι διαλυθη.
Lamed. De goddeloze ontleent en geeft niet weder; maar de rechtvaardige ontfermt zich, en geeft.
Δανειζεται ο ασεβης και δεν αποδιδει, ο δε δικαιος ελεει και διδει.
Want zijn gezegenden zullen de aarde erfelijk bezitten; maar zijn vervloekten zullen uitgeroeid worden.
Διοτι οι ευλογημενοι αυτου θελουσι κληρονομησει την γην οι δε κατηραμενοι αυτου θελουσιν εξολοθρευθη.
Mem. De gangen deszelven mans worden van den HEERE bevestigd; en Hij heeft lust aan zijn weg.
Οταν υπο Κυριου κατευθυνωνται τα διαβηματα του ανθρωπου, η οδος αυτου ειναι αρεστη εις αυτον.
Als hij valt, zo wordt hij niet weggeworpen, want de HEERE ondersteunt zijn hand.
Εαν πεση, δεν θελει συντριφθη διοτι ο Κυριος υποστηριζει την χειρα αυτου.
Nun. Ik ben jong geweest, ook ben ik oud geworden, maar heb niet gezien den rechtvaardige verlaten, noch zijn zaad zoekende brood.
Νεος ημην και ηδη εγηρασα, και δεν ειδον δικαιον εγκαταλελειμμενον ουδε το σπερμα αυτου ζητουν αρτον.
Den gansen dag ontfermt hij zich, en leent; en zijn zaad is tot zegening.
Ολην την ημεραν ελεει και δανειζει, και το σπερμα αυτου ειναι εις ευλογιαν.
Samech. Wijk af van het kwade, en doe het goede, en woon in eeuwigheid.
Εκκλινον απο του κακου και πραττε το αγαθον, και θελεις διαμενει εις τον αιωνα.
Want de HEERE heeft het recht lief, en zal Zijn gunstgenoten niet verlaten; in eeuwigheid worden zij bewaard; maar het zaad der goddelozen wordt uitgeroeid.
Διοτι ο Κυριος αγαπα κρισιν, και δεν εγκαταλειπει τους οσιους αυτου εις τον αιωνα θελουσι διαφυλαχθη το δε σπερμα των ασεβων θελει εξολοθρευθη.
De rechtvaardigen zullen de aarde erfelijk bezitten, en in eeuwigheid daarop wonen.
Οι δικαιοι θελουσι κληρονομησει την γην, και επ αυτης θελουσι κατοικει εις τον αιωνα.
Pe. De mond des rechtvaardigen vermeldt wijsheid, en zijn tong spreekt het recht.
Το στομα του δικαιου μελετα σοφιαν, και η γλωσσα αυτου λαλει κρισιν.
De wet zijns Gods is in zijn hart; zijn gangen zullen niet slibberen.
Ο νομος του Θεου αυτου ειναι εν τη καρδια αυτου τα διαβηματα αυτου δεν θελουσιν ολισθησει.
Tsade. De goddeloze loert op den rechtvaardige, en zoekt hem te doden.
Κατασκοπευει ο αμαρτωλος τον δικαιον και ζητει να θανατωση αυτον.
Maar de HEERE laat hem niet in zijn hand; en Hij verdoemt hem niet, als hij geoordeeld wordt.
Ο Κυριος δεν θελει αφησει αυτον εις τας χειρας αυτου, ουδε θελει καταδικασει αυτον οταν κρινη αυτον.
Koph. Wacht op den HEERE, en houd Zijn weg, en Hij zal u verhogen, om de aarde erfelijk te bezitten; gij zult zien, dat de goddelozen worden uitgeroeid.
Προσμενε τον Κυριον και φυλαττε την οδον αυτου, και θελει σε υψωσει δια να κληρονομησης την γην οταν εξολοθρευθωσιν οι ασεβεις, θελεις ιδει.
Resch. Ik heb gezien een gewelddrijvenden goddeloze, die zich uitbreidde als een groene inlandse boom.
Ειδον τον ασεβη υπερυψουμενον και εξηπλωμενον ως την χλωραν δαφνην
Maar hij ging door, en zie, hij was er niet meer; en ik zocht hem, maar hij werd niet gevonden.
αλλ ηφανισθη και ιδου, δεν υπηρχε και εζητησα αυτον, και δεν ευρεθη.
Schin. Let op den vrome, en zie naar den oprechte; want het einde van dien man zal vrede zijn.
Παρατηρει τον ακακον και βλεπε τον ευθυν, οτι εις τον ειρηνικον ανθρωπον θελει εισθαι εγκαταλειμμα
Maar de overtreders worden te zamen verdelgd; het einde der goddelozen wordt uitgeroeid.
οι δε παραβαται θελουσιν ολως εξολοθρευθη των ασεβων το εγκαταλειμμα θελει αποκοπη.
Thau. Doch het heil der rechtvaardigen is van den HEERE; hun Sterkte ter tijd van benauwdheid.
Των δικαιων ομως η σωτηρια ειναι παρα Κυριου αυτος ειναι η δυναμις αυτων εν καιρω θλιψεως.
En de HEERE zal hen helpen, en zal hen bevrijden; Hij zal ze bevrijden van de goddelozen, en zal ze behouden; want zij betrouwen op Hem.
Και θελει βοηθησει αυτους ο Κυριος, και ελευθερωσει αυτους θελει ελευθερωσει αυτους απο ασεβων και σωσει αυτους διοτι ηλπισαν επ αυτον.