Psalms 12

Een psalm van David, voor den opperzangmeester, op de Scheminith.
Εις τον πρωτον μουσικον, επι Σεμινιθ. Ψαλμος του Δαβιδ. Σωσον, Κυριε διοτι εξελιπεν οσιος, διοτι εχαθησαν οι φιλαληθεις μεταξυ των υιων των ανθρωπων.
Behoud, o HEERE; want de goedertierene ontbreekt, want de getrouwen zijn weinig geworden onder de mensenkinderen.
Εκαστος λαλει ματαιοτητα προς τον πλησιον αυτου με χειλη δολια λαλουσιν απο διπλης καρδιας.
Zij spreken valsheid, een ieder met zijn naaste, met vleiende lippen; zij spreken met een dubbel hart.
Ας εξολοθρευση ο Κυριος παντα τα χειλη τα δολια, την γλωσσαν την μεγαλορρημονα.
De HEERE snijde af alle vleiende lippen, de grootsprekende tong;
Διοτι ειπον, Θελομεν υπερισχυσει δια της γλωσσης ημων τα χειλη ημων ειναι ημετερα τις θελει εισθαι κυριος εφ ημας;
Die daar zeggen: Wij zullen de overhand hebben met onze tong; onze lippen zijn onze! Wie is heer over ons?
Δια την ταλαιπωριαν των πτωχων, δια τον στεναγμον των πενητων, τωρα θελω εγερθη, λεγει ο Κυριος θελω θεσει εν ασφαλεια εκεινον, κατα του οποιου φυσα ο ασεβης.
Om de verwoesting der ellendigen, om het kermen der nooddruftigen, zal Ik nu opstaan, zegt de HEERE; Ik zal in behoudenis zetten, dien hij aanblaast.
Τα λογια του Κυριου ειναι λογια καθαρα αργυριον δεδοκιμασμενον εν πηλινω χωνευτηριω, κεκαθαρισμενον επταπλασιως.
De redenen des HEEREN zijn reine redenen, zilver, gelouterd in een aarden smeltkroes, gezuiverd zevenmaal.
Συ, Κυριε, θελεις φυλαξει αυτους θελεις διατηρησει αυτους απο της γενεας ταυτης εις τον αιωνα.
Gij, HEERE, zult hen bewaren; Gij zult hen behoeden voor dit geslacht, tot in eeuwigheid. De goddelozen draven rondom, wanneer de snoodsten van des mensenkinderen verhoogd worden.
Οι ασεβεις περιπατουσι κυκλω, οταν οι αχρειοι υψωθωσι μεταξυ των υιων των ανθρωπων.