Judges 20

Toen togen alle kinderen Israëls uit, en de vergadering verzamelde zich, als een enig man, van Dan af tot Ber-seba toe, ook het land van Gilead, tot den HEERE te Mizpa.
Τοτε εξηλθον παντες οι υιοι Ισραηλ, και συνηθροισθη πασα η συναγωγη ως εις ανθρωπος, απο Δαν εως Βηρ−σαβεε, μετα της γης Γαλααδ, προς τον Κυριον εις Μισπα.
En uit de hoeken des gansen volks stelden zich al de stammen van Israël in de vergadering van het volk Gods, vierhonderd duizend man te voet, die het zwaard uittrokken.
Και παρεσταθησαν εν τη συναξει του λαου του Θεου, οι αρχηγοι παντος του λαου, πασαι αι φυλαι του Ισραηλ, τετρακοσιαι χιλιαδες ανδρων πεζων, συροντων μαχαιραν.
(De kinderen Benjamins nu hoorden, dat de kinderen Israëls opgetogen naar Mizpa.) En de kinderen Israëls zeiden: Spreekt, hoe is dit kwaad geschied?
Και ηκουσαν οι υιοι Βενιαμιν, οτι ανεβησαν οι υιοι Ισραηλ εις Μισπα. Και ειπον οι υιοι Ισραηλ, Ειπατε, πως συνεβη η κακια αυτη;
Toen antwoordde de Levietische man, de man van de vrouw, die gedood was, en zeide: Ik kwam met mijn bijwijf te Gibea, dewelke Benjamins is, om te vernachten.
Και απεκριθη ο ανθρωπος ο Λευιτης, ο ανηρ της φονευθεισης γυναικος, και ειπεν, Ηλθον εις Γαβαα, ητις ειναι του Βενιαμιν, εγω και η παλλακη μου, δια να διανυκτερευσωμεν
En de burgers van Gibea maakten zich tegen mij op, en omringden tegen mij het huis bij nacht; zij dachten mij te doden, en mijn bijwijf hebben zij geschonden, dat zij gestorven is.
και εσηκωθησαν κατ εμου οι ανδρες της Γαβαα, και περιεκυκλωσαν δια νυκτος την οικιαν κατ εμου εμε ηθελον να φονευσωσι και την παλλακην μου εταπεινωσαν, ωστε απεθανεν
Toen greep ik mijn bijwijf, en deelde haar, en zond haar in het ganse land der erfenis van Israël, omdat zij een schandelijke daad en dwaasheid in Israël gedaan hadden.
οθεν, πιασας την παλλακην μου, διεμελισα αυτην και εστειλα αυτην εις παντα τα ορια της κληρονομιας του Ισραηλ διοτι επραξαν ανοσιουργιαν και αφροσυνην εν τω Ισραηλ
Ziet, gij allen zijt kinderen Israëls, geeft hier voor ulieden woord en raad!
ιδου, παντες σεις οι υιοι Ισραηλ συμβουλευθητε ενταυθα μεταξυ σας και δοτε την γνωμην σας.
Toen maakte zich al het volk op, als een enig man, zeggende: Wij zullen niet gaan, een ieder naar zijn tent, noch wijken, een ieder naar zijn huis.
Και εσηκωθη πας ο λαος ως εις ανθρωπος, λεγοντες, Δεν θελομεν υπαγει ουδεις εις την σκηνην αυτου, ουδε θελομεν επιστρεψει ουδεις εις τον οικον αυτου
Maar nu, dit is de zaak, die wij aan Gibea zullen doen: tegen haar bij het lot!
αλλα τωρα τουτο ειναι το πραγμα το οποιον θελομεν καμει εις την Γαβαα θελομεν αναβη εναντιον αυτης κατα κληρους
En wij zullen tien mannen nemen van honderd, van alle stammen Israëls, en honderd van duizend, en duizend van tienduizend, om teerkost te nemen voor het volk, opdat zij, komende te Gibea-benjamins, haar doen naar al de dwaasheid, die zij in Israël gedaan heeft.
και θελομεν λαβει δεκα ανδρας εις τους εκατον απο πασων των φυλων Ισραηλ, και εκατον εις τους χιλιους, και χιλιους εις τους μυριους, δια να φερωσι τροφας εις τον λαον, ωστε, αφου ελθωσιν εις Γαβαα του Βενιαμιν, να καμωσιν εις αυτην καθ ολην την αφροσυνην την οποιαν αυτη εκαμεν εις τον Ισραηλ.
Alzo werden alle mannen van Israël verzameld tot deze stad, verbonden als een enig man.
Και συνηχθησαν εναντιον της πολεως παντες οι ανδρες Ισραηλ, ηνωμενοι ομου ως εις ανθρωπος.
En de stammen van Israël zonden mannen door den gansen stam van Benjamin, zeggende: Wat voor een kwaad is dit, dat onder ulieden geschied is?
Και απεστειλαν αι φυλαι του Ισραηλ ανδρας εις πασαν την φυλην Βενιαμιν, λεγοντες, Ποια κακια ειναι αυτη, ητις επραχθη μεταξυ σας;
Zo geeft nu die mannen, die kinderen Belials, die te Gibea zijn, dat wij hen doden, en het kwaad uit Israël wegdoen. Doch de kinderen van Benjamin wilden niet horen naar de stem van hun broederen, de kinderen Israëls.
τωρα λοιπον παραδωσατε τους ανθρωπους, τους παρανομους εκεινους τους εν Γαβαα, δια να θανατωσωμεν αυτους και να εξαλειψωμεν την κακιαν απο του Ισραηλ. Αλλα δεν ηθελησαν να ακουσωσιν οι υιοι Βενιαμιν την φωνην των αδελφων αυτων, των υιων Ισραηλ.
Maar de kinderen van Benjamin verzamelden zich uit de steden naar Gibea, om uit te trekken ten strijde tegen de kinderen Israëls.
Και συνηχθησαν οι υιοι Βενιαμιν απο των πολεων εις Γαβαα, δια να εξελθωσιν εις πολεμον εναντιον των υιων Ισραηλ.
En de kinderen van Benjamin werden te dien dage geteld uit de steden, zes en twintig duizend mannen, die het zwaard uittrokken, behalve dat de inwoners van Gibea geteld werden, zevenhonderd uitgelezene mannen.
Και απηριθμηθησαν οι υιοι Βενιαμιν εν τη ημερα εκεινη, εκ των πολεων, εικοσιεξ χιλιαδες ανδρων συροντων ομφαιαν, εκτος των κατοικων της Γαβαα, οιτινες απηριθμηθησαν επτακοσιοι ανδρες εκλεκτοι.
Onder al dit volk waren zevenhonderd uitgelezene mannen, welke links waren; deze allen slingerden met een steen op een haar, dat het hun niet miste.
Μεταξυ παντος του λαου τουτου ησαν επτακοσιοι ανδρες εκλεκτοι αριστεροχειρες παντες ουτοι σφενδονιζοντες λιθους προς την τριχα, χωρις να αποτυγχανωσι.
En de mannen van Israël werden geteld, behalve Benjamin, vierhonderd duizend mannen, die het zwaard uittrokken; deze allen waren mannen van oorlog.
Και οι ανδρες Ισραηλ απηριθμηθησαν, εκτος του Βενιαμιν, τετρακοσιαι χιλιαδες ανδρων συροντων ομφαιαν παντες ουτοι ανδρες πολεμου.
En de kinderen Israëls maakten zich op, en togen opwaarts ten huize Gods, en vraagden God, en zeiden: Wie zal onder ons vooreerst optrekken ten strijde tegen de kinderen van Benjamin? En de HEERE zeide: Juda vooreerst.
Και σηκωθεντες οι υιοι Ισραηλ ανεβησαν εις Βαιθηλ και ηρωτησαν τον Θεον, λεγοντες, Τις θελει αναβη υπερ ημων πρωτος δια να πολεμηση εναντιον των υιων Βενιαμιν; Ο δε Κυριος ειπεν, Ο Ιουδας πρωτος.
Alzo maakten zich de kinderen Israëls in den morgenstond op, en legerden zich tegen Gibea.
Και εσηκωθησαν οι υιοι Ισραηλ το πρωι και εστρατοπεδευσαν εναντιον της Γαβαα.
En de mannen van Israël togen uit ten strijde tegen Benjamin; voorts schikten de mannen Israëls den strijd tegen hen bij Gibea.
Και εξηλθον οι ανδρες Ισραηλ εις μαχην εναντιον του Βενιαμιν και παρεταχθησαν εις μαχην εναντιον αυτων οι ανδρες Ισραηλ, προς την Γαβαα.
Toen togen de kinderen van Benjamin uit van Gibea, en zij vernielden ter aarde op dien dag van Israël twee en twintig duizend man.
Και εξηλθον οι υιοι Βενιαμιν εκ της Γαβαα, και εστρωσαν κατα γης, την ημεραν εκεινην, εκ του Ισραηλ εικοσιδυο χιλιαδας ανδρων.
Doch het volk versterkte zich, te weten de mannen van Israël, en zij beschikten den strijd wederom ter plaatse, waar zij dien des vorigen daags geschikt hadden.
Και αναψυχωθεις ο λαος, οι ανδρες του Ισραηλ, συνηψε παλιν μαχην, εν τω τοπω οπου ειχε παραταχθη την πρωτην ημεραν.
En de kinderen Israëls togen op, en weenden voor het aangezicht des HEEREN tot op den avond, en vraagden den HEERE zeggende: Zal ik weder genaken ten strijde tegen de kinderen van Benjamin, mijn broeder? En de HEERE zeide: Trekt tegen hem op.
Ανεβησαν δε οι υιοι Ισραηλ και εκλαυσαν ενωπιον του Κυριου εως εσπερας, και ηρωτησαν τον Κυριον, λεγοντες, Να αναβω παλιν εις μαχην εναντιον των υιων Βενιαμιν του αδελφου μου; Και ο Κυριος ειπεν, Αναβητε εναντιον αυτου.
Zo naderden de kinderen Israëls tot de kinderen van Benjamin, des anderen daags.
Και επλησιασαν οι υιοι Ισραηλ εις τους υιους του Βενιαμιν, την δευτεραν ημεραν.
En die van Benjamin trokken uit hun tegemoet, uit Gibea, op den tweeden dag, en velden van de kinderen Israëls nog achttien duizend man neder ter aarde; die allen trokken het zwaard uit.
Και εξηλθεν ο Βενιαμιν εναντιον αυτων την δευτεραν ημεραν εκ της Γαβαα, και εστρωσε παλιν κατα γης, εκ των υιων Ισραηλ, δεκαοκτω χιλιαδας ανδρων παντες ουτοι εσυρον ομφαιαν.
Toen togen alle kinderen Israëls en al het volk op, en kwamen ten huize Gods, en weenden, en bleven aldaar voor het aangezicht des HEEREN, en vastten dien dag tot op den avond; en zij offerden brandofferen en dankofferen voor het aangezicht des HEEREN.
Τοτε παντες οι υιοι Ισραηλ και πας ο λαος ανεβησαν και ηλθον εις Βαιθηλ, και εκλαυσαν και εκαθισαν εκει ενωπιον του Κυριου και ενηστευσαν εκεινην την ημεραν εως εσπερας, και προσεφεραν ολοκαυτωματα και θυσιας ειρηνικας ενωπιον του Κυριου.
En de kinderen Israëls vraagden den HEERE, want aldaar was de ark des verbonds van God in die dagen.
Και ηρωτησαν οι υιοι Ισραηλ τον Κυριον, διοτι η κιβωτος της διαθηκης του Θεου ητο εκει κατ εκεινας τας ημερας,
En Pinehas, de zoon van Eleazar, den zoon van Aäron, stond voor Zijn aangezicht, in die dagen, zeggende: Zal ik nog meer uittrekken ten strijde tegen de kinderen van Benjamin, mijn broeder, of zal ik ophouden? en de HEERE zeide: Trekt op, want morgen zal Ik hem in uw hand geven.
Φινεες δε ο υιος του Ελεαζαρ, υιου του Ααρων, ιστατο εμπροσθεν αυτης κατ εκεινας τας ημερας, και ειπον, Να εξελθω παλιν εις μαχην εναντιον των υιων Βενιαμιν του αδελφου μου; η να παυσω; Και ο Κυριος ειπεν, Αναβα διοτι αυριον θελω παραδωσει αυτους εις την χειρα σου.
Toen bestelde Israël achterlagen op Gibea rondom.
Και εθεσεν ο Ισραηλ ενεδραν κατα της Γαβαα κυκλω.
En de kinderen Israëls togen op, aan den derden dag, tegen de kinderen van Benjamin; en zij schikten den strijd op Gibea, als op de andere malen.
Και ανεβησαν οι υιοι Ισραηλ την τριτην ημεραν εναντιον των υιων Βενιαμιν, και παρεταχθηααν εναντιον της Γαβαα, καθως την πρωτην και δευτεραν φοραν.
Toen togen de kinderen van Benjamin uit, het volk tegemoet, en werden van de stad afgetrokken; en zij begonnen te slaan van het volk, en te doorsteken, gelijk de andere malen, op de straten, waarvan de een opgaat naar het huis Gods, en de ander naar Gibea, in het veld, omtrent dertig man van Israël.
Και εξελθοντες οι υιοι Βενιαμιν εναντιον του λαου, απεσπασθησαν απο της πολεως και ηρχισαν να κτυπωσι τινας εκ του λαου, φονευοντες, ως αλλοτε, εις τας οδους, εκ των οποιων η μια αναβαινει προς Βαιθηλ, η δε αλλη προς την Γαβαα εν τη πεδιαδι, περιπου τριακοντα ανδρας εκ του Ισραηλ.
Toen zeiden de kinderen van Benjamin: Zij zijn voor ons aangezicht geslagen, als te voren; maar de kinderen Israëls zeiden: Laat ons vlieden, en hen van de stad aftrekken naar de straten.
Και ειπον οι υιοι Βενιαμιν, αυτοι πιπτουσιν εμπροσθεν ημων, καθως προτερον. Αλλ οι υιοι Ισραηλ ειπαν, Ας φυγωμεν και ας αποσπασωμεν αυτους εκ της πολεως εις τας οδους.
Toen maakten zich alle mannen van Israël op uit hun plaatsen, en schikten den strijd te Baäl-thamar; ook brak Israëls achterlage op uit haar plaats, na de ontbloting van Gibea.
Και παντες οι ανδρες Ισραηλ εσηκωθησαν εκ της θεσεως αυτων και παρεταχθησαν εν Βααλ−θαμαρ και η ενεδρα του Ισραηλ εξηλθεν εκ της θεσεως αυτης, απο του λιβαδιου της Γαβαα.
En tien duizend uitgelezen mannen van gans Israël kwamen van tegenover Gibea, en de strijd werd zwaar; doch zij wisten niet, dat het kwaad hen treffen zou.
Και ηλθον εναντιον της Γαβαα δεκα χιλιαδες ανδρων εκλεκτων εκ παντος του Ισραηλ, και η μαχη εσταθη βαρεια αλλ αυτοι δεν εγνωριζον οτι το κακον ητο πλησιον αυτων.
Toen sloeg de HEERE Benjamin voor Israëls aangezicht; dat de kinderen Israëls op dien dag van Benjamin vernielden vijf en twintig duizend en honderd mannen; die allen trokken het zwaard uit.
Και επαταξεν ο Κυριος τον Βενιαμιν εμπροσθεν του Ισραηλ. και εξωλοθρευσαν οι υιοι Ισραηλ κατ εκεινην την ημεραν εκ των Βενιαμιτων εικοσιπεντε χιλιαδας και εκατον ανδρας παντες ουτοι εσυρον ομφαιαν.
En de kinderen van Benjamin zagen, dat zij geslagen waren; want de mannen van Israël gaven den Benjaminieten plaats, omdat zij vertrouwden op de achterlage, die zij tegen Gibea gesteld hadden.
Και ειδον οι υιοι Βενιαμιν οτι εκτυπηθησαν διοτι οι ανδρες Ισραηλ υπεχωρησαν εις τους Βενιαμιτας, εχοντες το θαρρος αυτων εις την ενεδραν την οποιαν ειχον θεσει πλησιον της Γαβαα.
En de achterlage haastte, en brak voorwaarts naar Gibea toe; ja, de achterlage trok recht door, en sloeg de ganse stad met de scherpte des zwaards.
Και οι ενεδρευοντες ωρμησαν και εχυθησαν επι την Γαβαα και οι ενεδρευοντες εξηπλωθησαν και επαταξαν πασαν την πολιν εν στοματι μαχαιρας.
En de mannen van Israël hadden een bestemden tijd met de achterlage, wanneer zij een grote verheffing van rook van de stad zouden doen opgaan.
Οι δε ανδρες Ισραηλ ειχον διορισει σημειον εις τους ενεδρευοντας, να υψωσωσι πυρ καπνωδες απο της πολεως.
Zo keerden zich de mannen van Israël om in den strijd; en Benjamin had begonnen te slaan en te doorsteken van de mannen van Israël omtrent dertig man; want zij zeiden: Immers is hij zekerlijk voor ons aangezicht geslagen, als in den vorigen strijd.
Και οτε υπεχωρησαν οι υιοι Ισραηλ εν τη μαχη, ο Βενιαμιν ηρχισε να κτυπα, και εφονευσεν εκ των Ισραηλιτων περιπου τριακοντα ανδρας διοτι ειπαν, Βεβαιως παλιν πιπτουσιν εμπροσθεν ημων, ως εν τη πρωτη μαχη.
Toen begon de verheffing op te gaan van de stad, als een pilaar van rook; als nu Benjamin achter zich omzag, ziet, zo ging de brand der stad op naar den hemel.
Αλλ οτε το πυρ ηρχισε να υψουται απο της πολεως με στυλον καπνου, οι Βενιαμιται επεβλεψαν οπισω αυτων, και ιδου, η πυρκαια της πολεως ανεβαινεν εις τον ουρανον.
En de mannen van Israël keerden zich om; en de mannen van Benjamin werden verbaasd, want zij zagen, dat het kwaad hen treffen zou.
Και οτε επεστρεψαν οι ανδρες Ισραηλ, ετρομαξαν οι ανδρες Βενιαμιν διοτι ειδον οτι το κακον εφθασεν επ αυτους.
Zo wendden zij zich voor het aangezicht der mannen van Israël naar den weg der woestijn; maar de strijd kleefde hen aan, en die uit de steden vernielden ze in het midden van hen.
Και ετραπησαν εμπροσθεν των υιων Ισραηλ προς την οδον της ερημου αλλ η μαχη επροφθασεν αυτους διοτι οι εκ των πολεων εξωλοθρευον αυτους εν μεσω αυτων.
Zij omringden Benjamin, zij vervolgden hem, zij vertraden hem gemakkelijk, tot voor Gibea, tegen den opgang der zon.
Περιεκυκλωσαν τους Βενιαμιτας, κατεδιωξαν αυτους, κατεπατησαν αυτους, απο Μενουα εως απεναντι της Γαβαα προς ανατολας ηλιου.
En er vielen van Benjamin achttien duizend mannen; deze allen waren strijdbare mannen.
Και επεσον εκ του Βενιαμιν δεκαοκτω χιλιαδες ανδρων. παντες ουτοι ανδρες δυνατοι.
Toen keerden zij zich, en vloden naar de woestijn, tot den rotssteen van Rimmon; maar zij deden een nalezing onder hen op de straten, van vijf duizend man; voorts kleefden zij hen achteraan tot aan Gideom, en sloegen van hen twee duizend man.
Τοτε ετραπησαν και εφυγον προς την ερημον εις την πετραν Ριμμων και οι υιοι Ισραηλ εσταχυολογησαν εξ αυτων εις τας οδους πεντε χιλιαδας ανδρων και κατεδιωξαν αυτους εως Γιδωμ, και εφονευσαν εξ αυτων δυο χιλιαδας ανδρων.
Alzo waren allen, die op dien dag van Benjamin vielen, vijf en twintig duizend mannen, die het zwaard uittrokken; die allen waren strijdbare mannen.
Ουτω παντες οι πεσοντες κατ εκεινην την ημεραν εκ του Βενιαμιν ησαν εικοσιπεντε χιλιαδες ανδρων συροντων ομφαιαν παντες ουτοι ανδρες δυνατοι.
Doch zeshonderd mannen keerden zich, en vloden naar de woestijn, tot den rotssteen van Rimmon, en bleven in den rotssteen van Rimmon, vier maanden.
Εξακοσιοι ομως ανδρες ετραπησαν και εφυγον προς την ερημον εις την πετραν Ριμμων, και εκαθισαν εν τη πετρα Ριμμων τεσσαρας μηνας.
En de mannen van Israël keerden weder tot de kinderen van Benjamin, en sloegen hen met de scherpte des zwaards, die van de gehele stad tot de beesten toe, ja, al wat gevonden werd; ook zetten zij alle steden, die gevonden werden, in het vuur.
Και επεστρεψαν οι ανδρες Ισραηλ προς τους υιους Βενιαμιν, και επαταξαν αυτους εν στοματι μαχαιρας, απο ανθρωπων εκαστης πολεως, εως των κτηνων και παντος του παρευρισκομενου και πασας τας ευρισκομενας πολεις παρεδωκαν εις πυρ.