Revelation of John 6

I viděl jsem, když otevřel Beránek jednu z těch pečetí, a slyšel jsem jedno ze čtyř zvířat, ano praví, jako hlasem hromovým: Pojď a viz.
Και ειδον, οτε ηνοιξε το Αρνιον μιαν εκ των σφραγιδων, και ηκουσα εν εκ των τεσσαρων ζωων λεγον ως φωνην βροντης Ερχου και βλεπε.
I pohleděl jsem, a aj, kůň bílý, a ten, jenž seděl na něm, měl lučiště. A dána jest jemu koruna, i vyjel, přemáhaje, a aby přemáhal.
Και ειδον, και ιδου, ιππος λευκος και ο καθημενος επ αυτον ειχε τοξον και εδοθη εις αυτον στεφανος, και εξηλθε νικων και δια να νικηση.
A když otevřel pečet druhou, slyšel jsem druhé zvíře, řkoucí: Pojď a viz.
Και οτε ηνοιξε την δευτεραν σφραγιδα, ηκουσα το δευτερον ζωον λεγον Ερχου και βλεπε.
I vyšel jiný kůň ryzí. A sedícímu na něm dáno jest, aby pokoj vyzdvihl z země a aby se lidé vespolek mordovali; a dán jemu meč veliký.
Και εξηλθεν αλλος ιππος κοκκινος, και εις τον καθημενον επ αυτον εδοθη να σηκωση την ειρηνην απο της γης, και να σφαξωσιν αλληλους, και εδοθη εις αυτον μαχαιρα μεγαλη.
A když otevřel pečet třetí, slyšel jsem třetí zvíře, řkoucí: Pojď a viz. I pohleděl jsem, a aj, kůň vraný, a ten, jenž na něm seděl, měl váhu v ruce své.
Και οτε ηνοιξε την τριτην σφραγιδα, ηκουσα το τριτον ζωον λεγον Ερχου και βλεπε. Και ειδον, και ιδου, ιππος μελας, και ο καθημενος επ αυτον ειχε ζυγαριαν εν τη χειρι αυτου.
I slyšel jsem hlas z prostředku čtyř zvířat, an praví: Měřice pšenice za peníz, a tři měřice ječmene za peníz, oleji pak a vínu neškoď.
Και ηκουσα φωνην εν μεσω των τεσσαρων ζωων λεγουσαν Μια χοινιξ σιτου δι εν δηναριον και τρεις χοινικες κριθης δι εν δηναριον, και το ελαιον και τον οινον μη βλαψης.
A když otevřel pečet čtvrtou, slyšel jsem hlas čtvrtého zvířete, řkoucí: Pojď a viz.
Και οτε ηνοιξε την σφραγιδα την τεταρτην, ηκουσα φωνην του τεταρτου ζωου λεγουσαν Ερχου και βλεπε.
I pohleděl jsem, a aj, kůň plavý, a toho, kterýž seděl na něm, jméno smrt, a peklo šlo za ním. I dána jest jim moc nad čtvrtým dílem země, aby mordovali mečem, a hladem, a morem, a šelmami zemskými.
Και ειδον, και ιδου, ιππος ωχρος, και ο καθημενος επανω αυτου ωνομαζετο θανατος, και ο Αιδης ηκολουθει μετ αυτου και εδοθη εις αυτους εξουσια επι το τεταρτον της γης, να θανατωσωσι με ρομφαιαν και με πειναν και με θανατον και με τα θηρια της γης.
A když otevřel pečet pátou, viděl jsem pod oltářem duše zmordovaných pro slovo Boží a pro svědectví, kteréž vydávali.
Και οτε ηνοιξε την πεμπτην σφραγιδα, ειδον υποκατω του θυσιαστηριου τας ψυχας των εσφαγμενων δια τον λογον του Θεου και δια την μαρτυριαν, την οποιαν ειχον.
I volali hlasem velikým, řkouce: Až dokud, Pane svatý a pravý, nesoudíš a nemstíš krve naší nad těmi, kteříž přebývají na zemi?
Και εκραξαν μετα φωνης μεγαλης, λεγοντες Εως ποτε, ω Δεσποτα αγιε και αληθινε, δεν κρινεις και εκδικεις το αιμα ημων απο των κατοικουντων επι της γης;
Tedy dáno jednomu každému z nich roucho bílé, a řečeno jest jim, aby odpočívali ještě za malý čas, až by se naplnil počet spoluslužebníků jejich a bratří jejich, kteříž zmordováni býti mají, jako i oni.
Και εδοθησαν εις εκαστον στολαι λευκαι, και ερρεθη προς αυτους να αναπαυθωσιν ετι ολιγον καιρον, εωσου συμπληρωθωσι και οι συνδουλοι αυτων και οι αδελφοι αυτων οι μελλοντες να φονευθωσιν ως και αυτοι.
I pohleděl jsem, když otevřel pečet šestou, a aj, země třesení veliké stalo se, a slunce učiněno jest černé jako pytel žíněný, a měsíc všecken byl jako krev.
Και ειδον, οτε ηνοιξε την σφραγιδα την εκτην, και ιδου, εγεινε σεισμος μεγας, και ο ηλιος εγεινε μελας ως σακκος τριχινος και η σεληνη εγεινεν ως αιμα,
A hvězdy nebeské padaly na zemi, podobně jako dřevo fíkové smítá s sebe ovoce své, když od velikého větru kláceno bývá.
και οι αστερες του ουρανου επεσαν εις την γην, καθως η συκη ριπτει τα αωρα συκα αυτης, σειομενη υπο μεγαλου ανεμου,
A nebe se schovalo jako knihy zavřené, a všeliká hora i ostrovové z místa svého pohnuli se.
και ο ουρανος απεχωρισθη ως βιβλιον τυλιγμενον, και παν ορος και νησος εκινηθησαν εκ των τοπων αυτων
A králové země, i knížata, i bohatí, a úředníci, a mocní, i každý služebník, i všeliký svobodný, skryli se v jeskyních a v skalí hor,
και οι βασιλεις της γης και οι μεγιστανες και οι πλουσιοι και οι χιλιαρχοι και οι δυνατοι και πας δουλος και πας ελευθερος εκρυψαν εαυτους εις τα σπηλαια και εις τας πετρας των ορεων,
A řekli horám a skalí: Padněte na nás a skrejte nás před tváří toho, jenž sedí na trůnu, a před hněvem Beránka.
και λεγουσι προς τα ορη και προς τας πετρας Πεσατε εφ ημας και κρυψατε ημας απο προσωπου του καθημενου επι του θρονου και απο της οργης του Αρνιου,
Nebť jest přišel den veliký hněvu jeho. I kdo bude moci ostáti?
διοτι ηλθεν η ημερα η μεγαλη της οργης αυτου, και τις δυναται να σταθη;